Αντισυνταγματική έκρινε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) την τακτοποίηση των αυθαιρέτων νέας γενιάς (με «πάγωμα» της κατεδάφισής τους για 30 χρόνια αφού καταβληθεί το σχετικό πρόστιμο), σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Αντισυνταγματικός φέρεται να κρίθηκε και στο σύνολό του ο νόμος 4014/2011 για την περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, τη δημιουργία του «Πράσινου Ταμείου», κ.λπ. Η δημοσίευση της απόφασης αναμένεται μέσα στους επόμενους μήνες. Το θέμα της τακτοποίησης συζητήθηκε σε διάσκεψη του ΣτΕ κεκλεισμένων των θυρών. Σημειώνεται ότι αυθαίρετα «νέας γενιάς» θεωρούνται όσα χτίστηκαν μετά τον νόμο Τρίτση Ν. 1337/1983, δηλαδή αυτά που ανεγέρθηκαν μετά την 31.1.1983. Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο έχουν προσφύγει κάτοικοι του Αμαρουσίου Αττικής, της Φθιώτιδος, Θεσπρωτίας, κ.λπ, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, αναφέρουν ότι θίγονται με τον «αντισυνταγματικό» Ν. 4014/2011. Υποστηρίζουν ότι ο επίμαχος νόμος παραβιάζει το άρθρο 24 του Συντάγματος για την προστασία του περιβάλλοντος, τις συνταγματικές αρχές της ανάπτυξης του οικιστικού περιβάλλοντος βάσει επιστημονικού σχεδιασμού, την συνταγματική αρχή της ισότητας, την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, κ.λπ., όπως επίσης παραβιάζει και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Η Ολομέλεια των συμβούλων της Επικρατείας έκρινε κατά πλειοψηφία ότι ο επίμαχος νόμος του 2011 παραβιάζει ευθέως το στο άρθρο 24 παράγραφος 2 του Συντάγματος που προστατεύει το περιβάλλον, τον ορθολογικό πολεοδομικό σχεδιασμό, το οικιστικό περιβάλλον, κ.λπ. Επίσης, δεν δέχθηκαν ότι λόγοι δημοσίου συμφέροντος επιβάλλουν την επιβάρυνση -του ήδη κατά πολύ επιβαρυμένου- οικιστικού περιβάλλοντος και έκαναν δεκτές τις σχετικές αιτήσεις ακυρώσεως.
Η απόφαση του ΣτΕ δημιουργεί αδιέξοδο σε εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που τακτοποίησαν τα αυθαίρετά τους, ενώ αναμένεται να προκαλέσει αναστάτωση λόγω των χιλιάδων περιπτώσεων μεταβιβάσεως ακινήτων και συμβολαιογραφικών πράξεων που έγιναν την τελευταία διετία. Ερωτηματικά γεννώνται και για το εάν θα επιστραφούν τα ποσά που έχουν καταβληθεί για την νομιμοποίηση αυθαιρέτων ή θα βρεθεί άλλης μορφής λύση. Νομικοί κύκλοι αναφέρουν ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι έχουν καταβληθεί και αμοιβές σε μηχανικούς, οι οποίοι επωμισθήκαν το μεγάλο βάρος διευθέτησης της νομιμοποίησης. Κατά το πρόσφατο παρελθόν, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έχει κρίνει αντισυνταγματικό και το παλαιό νομοθετικό πλαίσιο νομιμοποίησης των αυθαιρέτων. Κατά την συζήτηση των προσφυγών (Χαρίκλειας Θεοδωρίδη, Αθ. Μιχελή και Π. Θεοδωρόπουλου) ενώπιον της Ολομέλεια του ΣτΕ στις 14 Φεβρουαρίου 2012, κατά του νόμου του 2011 για τα αυθαίρετα, η εισηγήτρια, σύμβουλος Επικρατείας Αικατερίνη Σακελλαροπούλου είχε αναφερθεί στη νομολογία του δικαστηρίου της τελευταίας 3ετίας, στις αποφάσεις δηλαδή που είχαν κρίνει ότι η συνταγματική ανοχή απέναντι στα αυθαίρετα εξαντλήθηκε με τον Ν. 1337/1983 και ότι δεν είναι δυνατή η αποφυγή κατεδάφισης για τα αυθαίρετα «νέας γενιάς». Η εισηγήτρια είχε αναφερθεί και στο περιεχόμενο του επίμαχου Ν. 4014/2011, που μεταξύ των άλλων, προβλέπει, ότι αναστέλλεται για 30 χρόνια η επιβολή κυρώσεων και κατεδάφισης αυθαιρέτων (περιλαμβανομένων και των ημιυπαίθριων χώρων) μετά την καταβολή του σχετικού προστίμου (το ύψος του οποίου καθορίζεται ανάλογα με την κατηγορία στην οποία θα υπαχθεί η πολεοδομική παράβαση), ενώ ορίζεται ότι το ειδικό πρόστιμό που θα καταβληθεί θα αποδίδεται στο «Πράσινο Ταμείο». Είχε επισημάνει ότι δόθηκαν αλλεπάλληλες παρατάσεις για την υποβολή των αιτήσεων υπαγωγής των αυθαιρέτων στον επίμαχο νόμο, όπως είχαν επίσης δοθεί και παρατάσεις για τις καταθέσεις των απαιτούμενων δικαιολογητικών. Παράλληλα, η Α. Σακελλαροπούλου είχε θέσει το ερώτημα, ενώπιον του ακροατηρίου, «εάν η αντιμετώπιση της οξύτατης δημοσιονομικής κρίσης την οποία διέρχεται η χώρα, σε συνδυασμό με τη γενικευμένη και διαχρονική μορφή που έχει λάβει η αυθαίρετη δόμηση, μετά την πάροδο 30 περίπου ετών από τη θέσπιση του Ν. 1337/1983 και την πρόβλεψη παρεμβάσεων πολεοδομικής εξισορόπησης με διάθεση τμήματος των εσόδων, συνιστούν ή όχι εξαιρετικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν αφενός την απόκλιση από τις συνταγματικές αρχές του κράτους δικαίου και της ισότητας των πολιτών έναντι του νόμου και αφετέρου αν θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την επιβάρυνση του φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος, αλλά και τη διαφοροποίηση της πάγιας νομολογίας του ΣτΕ ως προς την αυθαίρετη δόμηση».