Οι περισσότεροι άνθρωποι της αγοράς ακινήτων αναρωτιούνται ποιο θα είναι το μέλλον της αγοράς κατοικίας. Το σίγουρο είναι ότι τα υπερκέρδη , που απέδωσε η επένδυση σε κατοικία τις προηγούμενες δεκαετίες πολύ δύσκολα θα τα ξαναδούμε. Και αυτό δεν θα οφείλεται τόσο στην απροθυμία του έλληνα να επενδύσει σε ακίνητα όσο στην εφαρμογή ενός σχεδίου αλλαγής του προφίλ της ελληνικής αγοράς το οποίο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Αν και επίσημα κανένα από τα δύο κόμματα που στηρίζουν την Κυβέρνηση Παπαδήμου δεν το ομολογούν , ο σχεδιασμός εστιάζεται στην συρρίκνωση της μικροιδιοκτήσιας και της δραστηριότητας των μικρών και μεσαίων οικοδομικών και των μεσιτικών επιχειρήσεων. Κορυφαία στελέχη του υπουργείου Οικονομικών επισημαίνουν ότι ο στόχος δεν είναι η ανάκαμψη της αγοράς με μέτρα τόνωσης της ζήτησης , αλλά η επανάκαμψη της ζήτησης λόγω πολύ χαμηλών τιμών. Η πραγματικότητα είναι ότι όλα τα μέτρα που έχουν υιοθετηθεί και τα οποία έχουν «γονατίσει» την αγορά κύριας κατοικίας , συνειδητά αποσκοπούν στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συμπίεση του επιπέδου των τιμών . Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσω της συρρίκνωσης του όγκου των συναλλαγών που θα οδηγήσει σε μείωση των τιμών της γης.
Κορυφαίος τεχνοκράτης επισήμαινε πρόσφατα ότι το ζητούμενο σήμερα δεν είναι η μεγέθυνση της κατασκευαστικής δραστηριότητας με την αύξηση των επενδύσεων σε κατοικίες αλλά η απορρόφηση του αδιάθετου αποθέματος. Προς την κατεύθυνση αυτή κινούνται και οι επιλογές του υπουργείου Περιβάλλοντος οι οποίες εστιάζονται στον περιορισμό της προσφοράς. Απόλυτα εξακριβωμένες πληροφορίες αναφέρουν ότι προς την κατεύθυνση αυτή κινούνται νομοθετικές ρυθμίσεις που ήδη βρίσκονται στο «συρτάρι» και αφορούν:
1. Τον περιορισμό στις εντάξεις νέων περιοχών στο σχέδιο πόλης
2. Την κωλυσιεργία στην ολοκλήρωση των διαδικασιών για την ένταξη των περιοχών για τις οποίες έχουν ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη οι σχετικές διαδικασίες
3. Ο περιορισμός της εκτός σχεδίου δόμησης είτε με αύξηση της αρτιότητας είτε με τις χρήσεις γης είτε με την αυστηροποίηση περιβαλλοντικών και ποιοτικών κριτηρίων.
Παράλληλα, δεν θα πρέπει να υποβαθμιστεί και το γεγονός ότι με τα φορολογικά μέτρα που έχουν ληφθεί η επένδυση σε κατοικίας καθίσταται αντιπαραγωγική , αφού οι πραγματικές αποδόσεις της επένδυσης (συμπεριλαμβάνεται και η φορολογία) είναι πλέον αρνητικές. Κορυφαίος πολιτικός έλεγε πρόσφατα ότι «η οικοδομή με τον τρόπο που αναπτύχθηκε τις προηγούμενες δεκαετίες στην Ελλάδα είναι μία αντιπαραγωγική επένδυση . Το σημερινό μοντέλο είναι πλέον ξεπερασμένο και η πρόκληση για τα επόμενα χρόνια είναι η αλλαγή της δομής της αγοράς με την δραστηριοποίηση μεγάλων κατασκευαστικών μονάδων σύμφωνα με τα ισπανικά πρότυπα». Συμπλήρωνε μάλιστα με νόημα ότι το στόχο αυτό θα πρέπει να υπηρετεί όχι μόνο η πολεοδομική και χωροταξική πολιτική αλλά και το φορολογικό περιβάλλον.
Αυτό πρακτικά, σημαίνει συρρίκνωση της αγοράς κύριας κατοικίας και στροφή στην εξοχική κατοικία αλλά με άλλους παίκτες. Αυτό άλλωστε έγινε φανερό και με τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου Γερουλάνου με τις οποίες ουσιαστικά αποκλείονται οι μικρές επιχειρήσεις (ξενοδοχειακές, κατασκευαστικές και μεσιτικές) και αναδεικνύονται σε κυρίαρχου του παιγνιδιού οι μεγάλοι ξενοδοχειακοί και κατασκευαστικοί όμιλοι. Παράλληλα, άλλες πληροφορίες φέρουν να βρίσκονται σε διαδικασία επεξεργασίας νομοθετήματα με τα οποία α παρέχεται η δυνατότητα αυτόνομης δραστηριότητας των κατασκευαστικών ομίλων (δηλαδή δεν θα απαιτείται η σύμπραξη με ξενοδοχειακές μονάδες). Αντίθετα , στην αγορά κύριας κατοικίας , οι μοναδικές παρεμβάσεις που γίνονται και προωθούνται αποσκοπούν στην μείωση της αξίας της γης , γεγονός που θα «αποβάλλει» από την αγορά τόσο τους μικρούς ιδιοκτήτες όσο και τις μικρές επιχειρήσεις.