Η ακίνητη περιουσία των ελληνικών νοικοκυριών απαξιώνεται πάντως με ταχείς ρυθμούς και μέσα στο 2013, καθώς η «φούσκα» της αγοράς συνεχίζει να σκάει με θόρυβο λόγω της βαθιάς ύφεσης και της υπερπροσφοράς. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας η υποχώρηση στις τιμές των διαμερισμάτων κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2013 έφτανε το 11,6% σε σχέση με πέρυσι, ενώ στο πρώτο τρίμηνο οι τιμές υποχωρούσαν με 11,3%. Στην Αθήνα η πτώση των ονομαστικών τιμών ήταν μεγαλύτερη και υπολογίζεται στο -12,7%, στη Θεσσαλονίκη οι τιμές υποχώρησαν κατά 10,5%, στις μεγάλες πόλεις κατά 11,5%, ενώ στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας η μείωση ήταν 10%. Οι αγοραπωλησίες ακινήτων έχουν επίσης παγώσει. Οι συναλλαγές στις οποίες μεσολάβησαν τράπεζες ήταν μόλις 10,1 χιλιάδες στο πρώτο 6μηνο του 2013 έναντι 30,4 χιλιάδων όλο το 2012 και 42,8 χιλιάδων το 2011. Ως αντικίνητρο όχι απλά στις αγοραπωλησίες, αλλά στη διατήρηση της ιδιοκτησίας ενός ακινήτου λειτουργούν πλέον οι φόροι. Ακόμα και το «σεισμόσημο», που μάζεψαν πίσω άρον άρον, λειτουργούσε ακριβώς σε αυτή τη λογική. Στο υπουργείο Οικονομικών σπεύδουν, επαναλαμβάνοντας στην αγορά ακινήτων αυτά που έκαναν με την αγορά των αυτοκινήτων. Να βάλουν φόρους κατοχής και χρήσης, που απαξιώνουν την περιουσία, χωρίς μάλιστα να αφαιρούν τους ήδη υφιστάμενους φόρους ή να μειώνουν τις αντικειμενικές αξίες, ώστε να πλησιάσουν αυτές της αγοράς, οι οποίες είναι χαμηλότερες. Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, χωρίς να αφαιρούνται οι παλιοί φόροι έχουν επιβληθεί:
* ΦΠΑ 23% στις μεταβιβάσεις νέων ακινήτων (2010).
* ΤΑΠ από τους δήμους, επί της αντικειμενικής αξίας (που έχει πέσει). * Φόρος επί των ενοικίων που στο τέλος βαραίνει τον ενοικιαστή, από 10-33% συν φόρος 1,5-3% για ενοίκια που αφορούν επαγγελματική στέγη (2013).
* ΦΜΑΠ (φόρος μεγάλης ακίνητης περιουσίας) από το 2010 (με μείωση στο μισό του αφορολόγητου ορίου, στις 200.000 ευρώ από το 2011), που αντιμετώπισε από την αρχή έως το τέλος προβλήματα είσπραξης.
* Το γνωστό χαράτσι ΕΕΤΗΔΕ (αφού προηγήθηκε το μάλλον φιλικό ΕΤΑΚ). Το χαράτσι τώρα λέγεται ΕΕΤΑ, το αποτέλεσμα όμως είναι το ίδιο. Επιβάλλεται με συντελεστές τριπλάσιους και τετραπλάσιους από αυτούς του ΕΤΑΚ, δηλαδή 0,3-0,4% επί της (ακριβής) αντικειμενικής αξίας του ακινήτου!