Τα «κόκκινα» δάνεια αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο .Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι οι διεθνείς οίκοι «βλέπουν» τις επισφάλειες να σκαρφαλώνουν στο 30% φέτος και να προσεγγίζουν και το 40% το 2014, εξαιτίας της βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης στην Ελλάδα. Αν επαληθευτούν , τα δάνεια σε καθυστέρηση θα ξεπεράσουν τα 68 δισ. ευρώ στο τέλος του χρόνου και τα 90 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014. Η δραματική άνοδος των επισφαλειών μοιάζει με βραδυφλεγή βόμβα στα χαρτοφυλάκια και στους ισολογισμούς των τραπεζών, καθώς δημιουργεί νέες «τρύπες» στην κεφαλαιακή επάρκεια των πιστωτικών ιδρυμάτων. Ανάμεσα λοιπόν στα σενάρια που εξετάζονται, για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση, πριν βγει εκτός ελέγχου, είναι η δημιουργία μιας ενιαίας bad bank, με τη μορφή εταιρείας διαχείρισης, η οποία θα αναλάβει όλα τα προβληματικά δάνεια, είτε αυτά προέρχονται από τράπεζες που «έσπασαν» στα δύο, είτε αποτελούν χαρτοφυλάκιο των συστημικών τραπεζών. Η πρόταση έχει πέσει ήδη στο τραπέζι σε επίπεδο Ευρωζώνης, με πολλούς κεντρικούς τραπεζίτες να τάσσονται υπέρ, αφού η πιστωτική ασφυξία απειλεί πλήθος νοικοκυριών και μικρομεσαίες επιχειρήσεις του ευρωπαϊκού Νότου.
Με όσα ισχύουν σήμερα, ένα στεγαστικό δάνειο χαρακτηρίζεται προβληματικό, όταν δεν έχουν πληρωθεί οι δόσεις τους για διάστημα 180 ημερών (6 μήνες), αντίστοιχα τα προβληματικά είναι τα καταναλωτικά, επιχειρηματικά και τα δάνεια προς δημόσιες επιχειρήσεις που είναι σε καθυστέρηση μέχρι 90 μέρες. Την τελευταία πενταετία η αύξηση των «κόκκινων» δανείων ήταν αλματώδης. Το 2008 το ποσοστό τους ήταν στο 5% και αντιστοιχούσε σε δάνεια ύψους 12 δισ. ευρώ. Το 2012 το ποσοστό των δανείων σε καθυστέρηση έφτασε το 24,6% με τις «κόκκινες» οφειλές να εκτινάσσονται στα 56 δισ. ευρώ. Τα δάνεια των νοικοκυριών ανέρχονταν συνολικά σε 106,53 δισ. ευρώ στο τέλος του 2012. Από αυτά τα 76 δισ. ευρώ είναι στεγαστικά και 30,2 δισ. καταναλωτικά (συμπεριλαμβάνονται και οι πιστωτικές κάρτες). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών, τα στεγαστικά δάνεια που παρουσιάζουν καθυστέρηση άνω των 90 ημερών ξεπερνούν τα 18 δισ. ευρώ και τα καταναλωτικά είναι της τάξης των 12 δισ. ευρώ.