Αντίστροφη μέτρηση για τον ΕΝΦΙΑ
Πέμπτη, 07 Νοέμβριος 2024 02:30
Στον λαβύρινθο των κριτηρίων και των προϋποθέσεων για την απαλλαγή των ξενοίκιαστων μη ηλεκτροδοτούμενων ακινήτων από τον ΕΝΦΙΑ έμπλεξε τώρα η κυβέρνηση, καθώς είναι πολλές οι «τεχνικές» δυσκολίες που υπάρχουν για τον ορισμό των δικαιούχων. Η υλοποίηση της απόφασης να ελαφρυνθούν τελικώς οι ιδιοκτήτες των συγκεκριμένων ακινήτων, χωρίς να καταστεί επισφαλής ο εισπρακτικός στόχος των 3,2 δισ. ευρώ, προκαλεί νέο αλαλούμ και νέες καθυστερήσεις στην οριστικοποίηση των ρυθμίσεων, οι οποίες αναμένονται στη Βουλή μέχρι την Παρασκευή.
Πόσα ακριβώς είναι τα ξενοίκιαστα μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα, πόσα χρόνια είναι ξενοίκιαστα, ποια είναι τα πραγματικά ή τεκμαρτά εισοδήματα των ιδιοκτητών τους; Θα είναι βασικό κριτήριο η κατάσταση του ακινήτου κατά το τρέχον έτος, για το οποίο πληρώνουμε πρώτη φορά ΕΝΦΙΑ; Πόσο θα στοιχίσει συνολικά η έκπτωση; Είναι μερικές από τις πτυχές που πρέπει να διευκρινιστούν προκειμένου να αποφευχθούν νέες τραγελαφικές καταστάσεις, όπως αυτές που δημιουργήθηκαν με τα αρχικά εκκαθαριστικά του φόρου. Σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που έχει δώσει η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών:
● Το κόστος της απαλλαγής για τα κενά μη ηλεκτροδοτούμενα σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να ξεπεράσει τα 100 εκατ. ευρώ.
● Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στα ακίνητα που δεν έχουν τώρα ηλεκτρικό ρεύμα ή έχουν προχωρήσει σε διακοπή της ηλεκτροδότησης από την αρχή του τρέχοντος έτους.
● Το κριτήριο που θα τεθεί δεν θα πρέπει να συνδέεται με την κατάσταση των ακινήτων την περίοδο του «χαρατσιού».
● Το ποσοστό της έκπτωσης να φθάνει το πολύ το 30%, καθώς όσο αυτό αυξάνεται, τόσο μεγαλύτερο θα είναι το κόστος για το Δημόσιο.
Η Ελληνική Στατιστική Αρχή, η οποία ανακοίνωσε στοιχεία για τις κατοικίες στην Ελλάδα με βάση την απογραφή του 2011, δεν φαίνεται να βοηθάει ιδιαίτερα το υπουργείο Οικονομικών. Τα στοιχεία αυτά έχουν διαφοροποιηθεί την τελευταία διετία, δεν απεικονίζουν τη σημερινή πραγματικότητα και εν πολλοίς είναι παρωχημένα. Αντίθετα, η όποια «λύση» θα δοθεί από τα στοιχεία που διαθέτει για τα μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα ο διαχειριστής του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Παράλληλα, θα ζητηθεί να δηλωθούν από τους ιδιοκτήτες τους τα κενά μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα και θα ακολουθήσουν οι απαραίτητες διασταυρώσεις με τα στοιχεία του Διαχειριστή.
Χωρίς έκπτωση ή πλήρη απαλλαγή από τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων θα μείνουν τελικώς και εκατοντάδες χιλιάδες οικονομικά αδύναμοι φορολογούμενοι λόγω… των τεκμηρίων διαβίωσης. Οταν τα εισοδηματικά όρια, που έχουν τεθεί για την απαλλαγή ή την έκπτωση κατά 50% από τον φόρο, καλύπτονται από το τεκμαρτό εισόδημα του φορολογούμενου, οι απαλλαγές δεν χορηγούνται. Ο νόμος για τον ΕΝΦΙΑ προβλέπει ότι σε περιπτώσεις διαπιστωμένης οικονομικής αδυναμίας πληρωμής του νέου φόρου θα χορηγείται έκπτωση 50% επί του συνολικού φόρου που βεβαιώθηκε για τον φορολογούμενο, τη σύζυγο που συνυποβάλλει δήλωση και τα εξαρτώμενα μέλη. Για τη χορήγηση της έκπτωσης θα πρέπει να πληρούνται ταυτόχρονα οι εξής προϋποθέσεις:
● Το σύνολο της επιφάνειας των κτισμάτων στα οποία κατέχουν δικαιώματα πλήρους ή ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας ο υπόχρεος υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, η σύζυγος και τα εξαρτώμενα τέκνα της οικογένειάς του να μην υπερβαίνει τα 150 τετραγωνικά μέτρα. Μάλιστα στο υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζουν τώρα, εκτός από την επιφάνεια των κτισμάτων, να προσθέσουν και κριτήριο συνολικής αξίας της ακίνητης περιουσίας, που αναμένεται να περιορίσει ακόμη περισσότερο τον αριθμό των δικαιούχων της έκπτωσης ή της πλήρους απαλλαγής.
● Το συνολικό φορολογητέο οικογενειακό εισόδημα του έτους 2013 να μην έχει υπερβεί τις 9.000 ευρώ, προσαυξημένο κατά 1.000 ευρώ για τον ή τη σύζυγο και για κάθε εξαρτώμενο μέλος.
● Για τις οικογένειες που είναι τρίτεκνες ή πολύτεκνες ή περιλαμβάνουν ανάπηρα άτομα κατά ποσοστά 80% και άνω, ο νόμος προβλέπει πλήρη απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ, υπό την προϋπόθεση ότι το σύνολο της επιφάνειας των κτισμάτων δεν υπερβαίνει τα 150 τετραγωνικά μέτρα και το συνολικό φορολογητέο οικογενειακό -δηλωθέν ή τεκμαρτό- εισόδημα του 2013, να μην έχει υπερβαίνει τις 12.000 ευρώ, προσαυξημένο κατά 1.000 ευρώ για τον ή τη σύζυγο και κάθε εξαρτώμενο μέλος.