Στην τελευταία έκθεσή του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι «θα είναι τεράστια πρόκληση» η εφαρμογή του νέου φόρου και η εκπλήρωση του στόχου για έσοδα 2,7 έως 2,9 δισ. ευρώ το 2014. Το τελευταίο αυτό ποσό προκύπτει εάν φτάσει στα ταμεία το 70% των συνολικών φόρων, που επιβάλλονται, κάτι που οι τεχνοκράτες του διεθνούς οργανισμού φαίνεται να θεωρούν εξαιρετικά αμφίβολο. Οπως υπολογίζει, για να εξασφαλιστεί ποσοστό είσπραξης 85%, όπως συμβαίνει με το λεγόμενο χαράτσι της ΔΕΗ, και όχι 66,5%, όπως συμβαίνει με το ΦΑΠ, θα πρέπει να μπουν στο κυνήγι της είσπραξης τουλάχιστον 300 επιπλέον άτομα από τη φορολογική διοίκηση.Το Ταμείο συστήνει εμμέσως να διατηρηθεί το σύστημα είσπραξης του φόρου, μέσω της ΔΕΗ, ΔΕΗ ενώ επισημαίνει την ανάγκη να αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των εφοριακών, που θα αναλάβουν το έργο της είσπραξης. Οπως επισημαίνεται στην έκθεση, αν και ο Ενιαίος Φόρος Ακινήτων διευρύνει τη φορολογική βάση, με την προσθήκη κατηγοριών ακινήτων, τα οποία σήμερα φέρουν μηδαμινές επιβαρύνσεις, όπως είναι, για παράδειγμα, τα αγροτεμάχια και τα μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα, θα πρέπει να θεωρείται «μεταβατικό μόνο βήμα» στην κατεύθυνση ενός σύγχρονου φορολογικού πλαισίου για τα ακίνητα. Και τούτο διότι φέρει «σοβα ρούς περιορισμούς», που ισχύουν και σήμερα με το ΦΑΠ. Αυτοί, σύμφωνα με το Ταμείο, είναι οι ακόλουθοι: α) Ο φόρος βασίζεται στα δικαιώματα ιδιοκτησίας και όχι στο σύνολο της περιουσίας (π.χ. εάν δύο άτομα κατέχουν από κοινού ένα ακίνητο, κάθε άτομο αξιολογείται βάσει του μεριδίου ιδιοκτησίας του).
β) Η διαχείριση του φόρου εξαρτάται από την ειλικρίνεια των φορολογουμένων, δεδομένης της έλλειψης περιουσιολογίου.
γ) Η μέθοδος υπολογισμού του φόρου δεν συνδέεται απόλυτα με την εμπορική αξία του ακινήτου.
δ) Το 40% των εσόδων, που υπολογίζεται να εισπραχθούν από το νέο φόρο, προέρχεται από τις κατηγορίες ιδιοκτητών, που φορολογούνται με τους τρεις χαμηλότερους συντελεστές.
Για το ΔΝΤ ο κίνδυνος υστέρησης των εσόδων από τον ενιαίο φόρο είναι μεγάλος, καθώς, όπως υπογραμμίζει, «η είσπραξη θα βασίζεται στις προσωπικές δηλώσεις των φορολογουμένων, όπως περίπου συμβαίνει σήμερα με το ΦΑΠ, και σε αντίθεση με το φόρο, που εισπράττεται μέσω της ΔΕΗ, ο οποίος αποστέλλεται με τους λογαριασμούς σε όλα τα νοικοκυριά».