Εξακολουθούν να απέχουν από την αγορά κατοικίας οι κατασκευαστές κατοικιών, καθώς το υψηλό απόθεμα απούλητων κατοικιών και η διατήρηση των αρνητικών προοπτικών, αναφορικά με τη μελλοντική πορεία της ζήτησης, έχουν διαμορφώσει ένα σκηνικό που αποθαρρύνει την ανάπτυξη νέων κατοικιών. Σε σχετική ανάλυση, η Alpha Bank επισημαίνει τη νέα δραματική υποχώρηση των επενδύσεων σε κατοικίες, η οποία διαμορφώθηκε σε 42,3% κατά το φετινό πρώτο τρίμηνο, συγκριτικά με το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους. Αυτό σημαίνει ότι οι κατασκευαστές κατοικιών παραμένουν απλοί «θεατές» της αγοράς, αναμένοντας τη βελτίωση της ζήτησης και τη σταδιακή απορρόφηση του αποθέματος απούλητων κατοικιών. Πάντως, σύμφωνα με την εκτίμηση της τράπεζας, κατά τα επόμενα τρίμηνα, προβλέπεται να επιβραδυνθεί ο ρυθμός της μείωσης των επενδύσεων σε κατοικίες και τελικά να αντιστραφεί κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2014. Στο σύνολο του έτους βέβαια, προβλέπεται ότι οι επενδύσεις σε νέες κατοικίες θα μειωθούν κατά 16%, έχοντας αρνητική επίπτωση στο ΑΕΠ της τάξεως του 0,35%.
Σε κάθε περίπτωση, το φορολογικό πλαίσιο εξακολουθεί να λειτουργεί αποθαρρυντικά για την τόνωση των αγοραπωλησιών κατοικιών. Οπως ανέφερε η Τράπεζα της Ελλάδος στην πρόσφατη έκθεση για τη νομισματική πολιτική, το γεγονός ότι τα ακίνητα επιβαρύνθηκαν σημαντικά τα τελευταία χρόνια και μάλιστα με φόρους που επιβλήθηκαν σε πλασματικές και όχι πραγματικές αξίες, έχει επιτείνει την ύφεση στην αγορά ακινήτων, περιορίζοντας σημαντικά τη ζήτηση. Ωστόσο, σύμφωνα με την ΤτΕ, «οι πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις σε σχέση με τη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας έχουν περιορίσει την αβεβαιότητα ως προς το φορολογικό καθεστώς της αγοράς, ενώ η σημαντική μείωση του φόρου μεταβίβασης στο 3% εκτιμάται ότι θα συντελέσει στην αύξηση των αγοραπωλησιών».
Σύμφωνα πάντως με έκθεση της Eurostat, η οποία αφορά το 2012 και δημοσιεύτηκε εντός της εβδομάδας, η Ελλάδα κατατάσσεται στην πρώτη πεντάδα των χωρών της Ε.Ε. με την υψηλότερη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας. Συγκεκριμένα, οι ετήσιοι φόροι που επιβάλλονται στα ακίνητα (αφορούν το Ειδικό Τέλος Ακινήτων και τον ΦΑΠ που φέτος αντικαταστάθηκαν από τον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων με ανάλογο δημοσιονομικό αποτέλεσμα) αντιστοιχούν στο 1,4% του ΑΕΠ. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2010, πριν δηλαδή επιβληθεί το ΕΕΤΗΔΕ, η αντίστοιχη φορολογική επιβάρυνση δεν ξεπερνούσε το 0,4% του ΑΕΠ. Η Ισπανία βρίσκεται στην 8η θέση με φόρους που αντιστοιχούν στο 1,2% του ΑΕΠ, ενώ στην Πορτογαλία το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώνεται σε μόλις 0,7% του ΑΕΠ. Πρώτη πάντως είναι η Γαλλία, με τους φόρους στην ακίνητη περιουσία να ανέρχονται στο 3,6% του ΑΕΠ.