Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σήμερα αποφάσισε να παραπέμψει την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο λόγω της απευθείας σύναψης συμβάσεων παροχής δημοσίων υπηρεσιών κτηματογράφησης και πολεοδομικού σχεδιασμού που συνήψαν οι δήμοι Βασιλικών, Κασσάνδρας, Εγνατίας και Αρεθούσας. Η Επιτροπή εκτιμά ότι η Ελλάδα έχει παραλείψει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ για τις δημόσιες συμβάσεις. Στόχος των εν λόγω κανόνων είναι να εξασφαλίζεται η επικράτηση θεμιτών και διαφανών συνθηκών ανταγωνισμού για τις δημόσιες συμβάσεις στην Ευρώπη, προσφέροντας με τον τρόπο αυτό ευκαιρίες για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, εξασφαλίζοντας συγχρόνως την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη λύση για το δημόσιο χρήμα. Η Επιτροπή απέστειλε στην Ελλάδα αιτιολογημένη γνώμη - που αποτελεί τη δεύτερη φάση της διαδικασίας παράβασης - τον Νοέμβριο του 2009, ζητώντας της να συμμορφωθεί με το δίκαιο της ΕΕ (βλ. IP/09/1751). Παρά τις διαβεβαιώσεις που δόθηκαν από τις ελληνικές αρχές ότι θα αρθεί η παράβαση, δεν έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα μέτρα για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση. Η Επιτροπή αποφάσισε πλέον να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο.
Οι δήμοι Βασιλικών, Κασσάνδρας, Εγνατίας και Αρεθούσας ανέθεσαν απευθείας έξι συμβάσεις δημόσιων υπηρεσιών για σκοπούς κτηματογράφησης και πολεοδομικού σχεδιασμού σε μία και την αυτή επιχείρηση. Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, έγινε επαναδιαπραγμάτευση του πεδίου των συμβάσεων αυτών, με αποτέλεσμα η επιχείρηση να παρέχει τελικά περισσότερες υπηρεσίες για τους δήμους από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί βάσει των αρχικών συμβάσεων.
Συνέπεια αυτού ήταν η σημαντική αύξηση της συνολικής αξίας των συμβάσεων. Παραδείγματος χάριν, η αξία της μιας από τις αρχικές συμβάσεις που ανατέθηκαν από το δήμο Βασιλικών το 2004 ανερχόταν σε 1,7 εκατομμύρια ευρώ περίπου, αλλά μετά από τις αναδιαπραγματεύσεις αυξήθηκε σε 3,7 εκατομμύρια ευρώ – αύξηση μεγαλύτερη από 100%. Η αξία μιας άλλης σύμβασης που ανατέθηκε από το δήμο Εγνατίας το 2002 ανερχόταν σε 440 000 ευρώ, αλλά μετά από τις αναδιαπραγματεύσεις εκτοξεύθηκε σε 1,3 εκατομμύρια ευρώ – αύξηση μεγαλύτερη από 200%. Οι αυξήσεις της αξίας των συμβάσεων σε ποσοστό έως 300% δεν αποτελούσαν ασυνήθιστο φαινόμενο.
Κατά την άποψη της Επιτροπής, οι συμβάσεις τροποποιήθηκαν τόσο ουσιαστικά, ώστε οι αρχές θα έπρεπε να έχουν αναθέσει τις νέες συμβάσεις προσφεύγοντας είτε στην ανοικτή είτε στην κλειστή διαδικασία - όπως είναι ο κανόνας, σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ για τις δημόσιες συμβάσεις. Δεδομένου ότι αυτό δεν συνέβη και δεν υπήρξε καμία προγενέστερη δημοσίευση σχετικής προκήρυξης συμβάσεων, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ελληνικές αρχές έχουν παραβιάσει τους κανόνες της ΕΕ και ότι η σύναψη των συμβάσεων αυτών είναι παράνομη.
Δεδομένου ότι οι συμβάσεις ανατέθηκαν απευθείας στην ίδια επιχείρηση, καμία σχετική προκήρυξη συμβάσεων δεν δημοσιεύθηκε, ούτε κινήθηκαν διαφανείς διαδικασίες. Αυτό σημαίνει ότι άλλες ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, είτε ελληνικές, είτε προερχόμενες από άλλες χώρες της ΕΕ, αποκλείονταν από τη συμμετοχή. Με το να επαναδιαπραγματευθούν τη σύμβαση, τροποποιώντας την ουσιαστικά, οι αρχές όχι μόνο δεν σεβάστηκαν τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης, οι οποίες κατοχυρώνονται από τους κανόνες της ΕΕ για τις δημόσιες συμβάσεις, αλλά μπορεί ενδεχομένως να οδήγησαν σε σπατάλη των χρημάτων των φορολογουμένων.