«Το τι είχαμε και χάσαμε» είναι το αγαπημένο θέμα για τους περισσότερους από εμάς. Το θέμα είναι εύκολο και προσφέρεται για κριτική αφού για κάτι που έχει χαθεί τα περιθώρια που υπάρχουν για δημιουργικές προτάσεις είναι από περιορισμένα έως ανύπαρκτα. Στις περιπτώσεις αυτές όμως ελλοχεύει ενας κίνδυνος. Πρόκειται για το πέρασμα από την κριτική στην μεμψιμοιρία. Η απόσταση άλλωστε δεν είναι τόσο μεγάλη. Επειδή λοιπόν η στήλη αυτή απέκτησε λόγο ύπαρξης από αυτή ακριβώς την προσφιλή συνήθεια αρνητικής αναδρομής και για να αποφύγει να χαρακτηρισθεί ως «ηττοπαθής» έκρινε αναγκαίο –ισως και λόγω καλοκαιριού- αυτή την εβδομάδα να αναφερθεί όχι σε ότι χάθηκε αλλά σε ότι εξακολουθεί να υπάρχει. ‘Αλλωστε το πραγματικό στοίχημα σήμερα να δοθούν όσο το δυνατόν λίγοτερες αφορμές στους επόμενους για να συντηρήσουν συζητήσεις σαν και αυτές που γίνονται σήμερα. Για το λόγο αυτό η σημερινή στήλη θα αναφερθεί σε κτίρια γνωστά στο σύγχρονο έλληνα ο οποίος όμως πολλές τις περισσότερες φορές δεν γνωρίζει την ιστορία που «κουβαλούν». Για παράδειγμα το ερειπωμένο κτίριο της οδού Φειδίου που βρίσκεται στην καρδιά της Αθληνας. Το κτίριο αυτό που σήμερα είναι εγκατελελειμένο και στέγαζε πριν λίγες μόλις δεκαετίες το ελληνικό ωδείο θεωρείται έργου του αρχιτέκτονα Χριστιανού Χάνσεν . Κτίσθηκε το 1836 ως κατοικία του Αυστριακού πρέσβυ. Στο κτίριο αυτό εγκαταστάθηκε ο Τοσίτσας και αργότερα το ελληνικό ωδείο. Σήμερα κινδυνευει άμεσα με κατάρρευση αφού δεν φαίνεται κανείς διατεθειμένος να προχωρήσει στην αποκαταστασή του. Αντίθετα εξαιρετικά διατηρημένο είναι το γειτονικό κτίριο –βρίσκεται στην γωνία Φειδίου και Χαριλάου Τρικούπη- και το οποίο οι περισσότεροι το γνωρίζουν ως κτίριο του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου. Το κτίριο κατασκευάσθηκε με σχέδια Τσίλερ και αρχικά εκτεινόνταν έως την οδό Πανεπιστημίου(υπήρχε κήπος). Όμως το κομματι αυτό του οικοπέδου πουλήθηκε προκειμένου να χρηματοδοτηθούν οι εργλασιες επέκτασης που πραγματοποιήθηκαν στις αρχές του 20ου αιώνα και προέβλεπαν την προσθήκη ορόφου. Εξαιρετικά διατηρημένο είναι και το μέγαρο Ορφανίδη που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Αμαλίας και Διονυσίου Αρεοπαγίτου το οποίο ανήκει στο ίδρυμα Ωνάση. Το αρχοντικό αυτό που θεωρείται έργο του Ερνέστου Τσίλερ κτίσθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από τον δικηγόρο Ν. Ορφανλιδη και στέγαζε από το 1928 μέχρι το 1976 την ιταλική αρχαιολογική σχολή. Ένα από τα ωραιότερα κτίρια της πρωτεύουσας είναι αυτό της στρατιωτικής λέσχης των Αθηνών η ανακαίνιση της οποίας πρόσφατα ολοκληρώθηκε. Το μέγαρο κτίσθηκε το 1931 με χρήματα του ταγματάρχη Πέτρου Σαρόγλου. Η μελέτη ανατέθηκε στον αρχιτέκτονα Αλέξανδρο Νικολούδη και το κτίριο χαρακτηρίζεται από έντονη μεγαλοπρέπεια. Ένα άγνωστο για τους περισσότερους έργο του Τσίλερ είναι το κτίριο του που στεγάζεται η χημική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η ανέγερση του κτιρίου ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα και στοίχισε το κολοσσιαίο για την εποχή εκείνη ποσό των 280.000 δραχμών. Το 1910 καταστράφηκε από πυρκαϊά αλλά το 1918 ξεκίνησε η επισκευή και η επεκτασή του με δύο επιπλέον ορόφους . Το 1955 επεκτείνεται και στην πίσω πλευρά του οικοπεδου που μέχρι την εποχή εκείνη το πανεπιστημιακό γυμναστήριο. Με πολλές παρεμβάσεις διασωζεται το κτίριο της πλατείας Κλαυθυμώνος που ήταν εγκατεστημένο το υπουργείο Ναυτικών. Το κτίριο ήταν αρχικά διόροφο αλλά στη συνέχεια υπέστη πολλές επεκτάσεις και τροποποιήσεις με αποτέλεσμα σήμερα να μη θυμίζει σε τίποτε το αρχικό κτιριο με εξάιρεση ίσως την είσοδο που βρίσκεται επι της πλατείας. Σημαντικές παρεμβάσεις όμως έγιναν και στο κτίριο του Δημαρχείου της Αθήνας . Η κατασκευή του κτιρίου που ολοκληρώθηκε το 1874 έγινε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Παν. Κάλκου και ήταν αρχικά διόροφο. Ο τρίτος όροφος προστέθηκε το 1936 οπότε και το κτίριο πήρε την σημερινλη του μορφή. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι τοιχογραφιες που κοσμούν την αίθουσα συμβουλίου έγιναν από τον Γ. Γουναρόπουλο.