Νέες περιοχές κατοικίας δημιουργούνται, νέες δραστηριότητες αναδεικνύονται , αγορές «πεθαίνουν» και όλα αυτά σε ένα περιβάλλον υψηλής αβεβαιότητας τόσο ως προς τις χωροταξικές ρυθμίσεις όσο και ως προς το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον. Οι περισσότεροι αναλυτές της αγοράς θεωρούν ότι η επόμενη τριετία θα «σημαδευτεί» από την:
-Ενίσχυση των εμπορικών κέντρων η οποία θα συνδυάζεται και με την γεωγραφική και χωροταξική αποκέντρωση.
- Ενίσχυση των λίγων εμπορικών δρόμων με την ταυτόχρονη υποβάθμιση των περιφερειακών τους αγορών.
- Αύξηση της ζήτησης για συγχρόνους γραφειακούς χώρους με την παράλληλη υποβάθμιση των μικρών γραφείων σε κτίρια μεγάλης ηλικίας που βρίσκονται στους κεντρικούς πυρήνες της πρωτεύουσας αλλά και στην Θεσσαλονίκη.
-Στροφή του αγοραστικού ενδιαφέροντος στην αγορά κατοικίας σε νέες περιοχές οι οποίες θα χαρακτηρίζονται από τις σύγχρονες υποδομές σε οδικά δίκτυα και σε μεταφοράς καθώς και από το χαμηλό κόστος γης. Αλλά και επιστροφή σε επιλεγμένες συνοικίες του κέντρου στις οποίες θα εφαρμοστούν προγράμματα αναβάθμισης και ανάπλασης Κοινή συνισταμένη των προβλέψεων όλων των αναλυτών είναι η προσδοκία για ενίσχυση του ειδικού βάρους της εξοχικής κατοικίας στην αγορά ακινήτων καθώς και των αστικών κέντρων της περιφέρειας.
Στα επόμενα χρόνια θα γίνει μάχη των δύο μοντέλων εμπορικής ανάπτυξης. Του μοντέλου του δρόμου υψηλής εμπορικότητας και των εμπορικών κέντρων. Αυτό δεν σημαίνει ότι στο τέλος θα υπάρξουν νικητές ή ηττημένοι. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η σημερινή εικόνα της αγοράς θα είναι πολύ διαφορετική. Από τα στοιχεία που αφορούν εμπορικά κέντρα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη προκύπτει ότι ο αριθμός των επισκεπτών είναι οριακά αυξημένος σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά ενώ οι πωλήσεις είναι αυξημένες σε τρέχουσες τιμές έως και 5%/ . Αντίθετα , σε κεντρικούς εμπορικούς δρόμους του κέντρου της Αθήνας, σύμφωνα με εμπόρους που δραστηριοποιούνται σε αυτές η πτώση του τζίρου –σε τρέχουσες τιμές-κινείται στα επίπεδα του 30% σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό χρονικό διάστημα .