Τελικά το υπουργείο Οικονομικών κατάφερε το ακατόρθωτο : Να αυξήσει τη φορολογική επιβάρυνση χωρίς να πειράξει τους φορολογικούς συντελεστές. Μάλιστα , η μέθοδος αυτή εφαρμόστηκε όχι μόνο στις λεγόμενες ακριβές περιοχές αλλά και στις αγροτικές περιοχές και για ακίνητα είναι αποκλειστικά και μόνο για αγροτική χρήση. Απο το Ψυχικό μέχρι το Κιλκίς η μέθοδος αυτή οδηγεί όχι μόνο σε οικονομική εξαφάνιση πολλών απο τους ιδιοκτήτες-εκτός απο τις φορολογιες επι των ακινήτων οι τιμές της εφορίας επηρεάζουν και την φορολογία εισοδήματος- αλλά και το κυριότερο αφαιρούν απο έλληνες πολίτες την δυνατότητα να αξιοποιήσουν την περιουσία τους. Η υψηλή φορολογική βάση αυξάνει το κόστος αγοράς και επομένως απωθεί τον υποψήφιο αγοραστή απο την προοπτική της αγοράς. Ενα καπέλο στις αντικειμενικές τιμές 30% ή 40% ουσιστικά αυξάνει το τίμημα έως και 10%.
Δηλαδή , αν ένα ακίνητο που η τρέχουσα αξία του είναι 100 ευρώ το υπουργείο επιβάλλει φορολογία σε τιμή 140 ευρώ τότε η συνολική επιβάρυνση του αγοραστή αυξάνεται έως και 15 ευρώ αφού εκτός απο τον ΦΠΑ, αυξάνονται και όλα τα υπόλοιπα έξοδα της συναλλαγής. Υπάρχουν περιπτώσεις που η "ψαλίδα" μεταξύ τρέχουσας και φορλογικής τιμής είναι τόσο μεγάλη ώστε ο ΦΠΑ που πρέπει να καταβληθεί για την αγορά ενός νεόδμητου κτιρίου, από 23% επί της υποτιθέμενης τιμής του γίνεται πραγματικότητα 46% ή και 50% επί της πραγματικής τιμής.
Για παράδειγμα αν η τρέχουσα αξία ενός ακινήτου είναι 2.000.000 και η αντικειμενική αξία του οικοπέδου ήταν 4.730.400 ευρώ και η εμπορική τιμή 2.000.000 ευρώ , ο φόρος και τα έξοδα μεταβίβασης θα είναι 614.950 ευρώ (4.730.400 Χ 13%) και ο φόρος εισοδήματος 1.229.000 ευρώ (4.726.900 Χ 26%). Το ποσό αυτό είναι σχεδόν το μισό της εμπορικής αξίας. Και αυτό σημαίνει ότι το κράτος ουσιαστικά γίνεται συνέταιρος με τον ιδιοκτήτη. Αν αυτό λοιπόν δεν είναι στρέβλωση της αγοράς τότε τι είναι ;