Αντισυνταγματική είναι η διάταξη που ορίζει ότι είναι απαράδεκτη η συζήτηση εμπράγματης αγωγής επί ακινήτου ενώπιον δικαστηρίου, αν δεν προσκομιστεί πιστοποιητικό του ΕΝΦΙΑ. Σύμφωνα με απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, είναι αντίθετη στο Σύνταγμα η διάταξη του Ν. 4174/2013 για τις φορολογικές διαδικασίες, που ορίζει ως απαράδεκτη τη συζήτηση ενώπιον δικαστηρίου εμπράγματης αγωγής επί ακινήτου, πλην της μονομερούς εγγραφής υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης ή της άρσης κατάσχεσης, αν δεν προσκομιστεί από τον υπόχρεο σε Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων το πιστοποιητικό απαλλαγής, πληρωμής ή ρύθμισης του φόρου για τα προηγούμενα 5 έτη. Το ίδιο δικαστήριο σημειώνει πως «δεν θα μπορούσε μια καθαρά φορολογικού χαρακτήρα διάταξη, που δεν αφορά στην προστασία των συναλλασσομένων σε σχέση με τα ακίνητα ή δεν επιδιώκει την παροχή δικαστικής προστασίας, να αποτελεί ειδική διαδικαστική προϋπόθεση μιας εμπράγματης αγωγής και προαπαιτούμενο, προκειμένου να εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας».
Σύμφωνα με την απόφαση η επίμαχη διάταξη θίγει, παραβιάζει και έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ) και τις διατάξεις των άρθρων 17, 20 και 25 του Συντάγματος (δικαίωμα της ιδιοκτησίας, δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας και αρχή της αναλογικότητας). Και αυτό γιατί, σύμφωνα με το σκεπτικό των δικαστών, το απλό ταμειακό συμφέρον που προκύπτει για το Δημόσιο, δεν συνιστά λόγο γενικότερου δημόσιου συμφέροντος, για τον οποίο θεσπίζεται η παραπάνω διάταξη ως αναγκαία προϋπόθεση του παραδεκτού κάθε εμπράγματης αγωγής.
Επιπλέον, έκρινε ότι η επιβολή φόρου ακίνητης περιουσίας, παράλληλα προς υφιστάμενους άλλους φόρους, δεν πρέπει να θίγει τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και δεν πρέπει να εξαρτά το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του πολίτη να προσφύγει στη Δικαιοσύνη από τις συγκεκριμένες φορολογικές του υποχρεώσεις.