Την πενταπλή, κραυγαλέα και βάναυση αντισυνταγματικότητα των ρυθμίσεων του νέου διπλού φόρου στην ακίνητη περιουσία επισημαίνει η ΠΟΜΙΔΑ, ενόψει της κατάθεσης στη Βουλή του σχετικού σχεδίου νόμου, αλλά και των προσφάτων δηλώσεων του υπουργού Οικονομικών ότι δεν υπάρχει υπερφορολόγηση της ιδιοκτησίας. Για λόγους μικροπολιτικής σκοπιμότητας τόσον εκείνων που επέβαλαν τις νέες ρυθμίσεις, όσων και όλων εκείνων που τις ανέχονται και θα τις ψηφίσουν, υιοθετήθηκε το καταστροφικότερο σενάριο ετήσιας φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας, ο σχεδιασμός του οποίου, εκτός του ότι θα οδηγήσει σε μέγα δημοσιονομικό «Βατερλώ», παραβιάζει προκλητικά πέντε θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος της χώρας:
1. Διότι ενώ το Σύνταγμα (άρθρο 4 παρ. 1, 2 και 5) ρητά επιβάλλει την ισότιμη και αδιάκριτη συμμετοχή των πολιτών στα δημόσια βάρη, το νομοσχέδιο προβλέπει αυθαίρετες διακρίσεις στη συμμετοχή αυτή ανάλογα με το είδος της ακίνητης περιουσίας τους ως αστικής ή εκτός σχεδίου, υπέρ της μιας κατηγορίας φορολογουμένων και σε βάρος μιας άλλης, μέσω της διπλής φορολόγησής της δεύτερης, δηλαδή των κατόχων αστικής ακίνητης περιουσίας.
2. Διότι ενώ το Σύνταγμα (άρθρο 4 παρ. 5) ρητά προβλέπει την αναλογική φορολογική επιβάρυνση των πολιτών («…ανάλογα με τις δυνάμεις τους…»), που είναι το συνολικό εισόδημα του κάθε πολίτη, το νομοσχέδιο επιβάλλει πολλαπλά φορολογικά βάρη υπολογισμένα με εκθετική μαθηματική επιβάρυνση (δήθεν…προοδευτική) με βάση την απλή κατοχή απρόσοδης ακίνητης περιουσίας, με απόλυτη αντικειμενική αδυναμία εκποίησής της, που προκαλείται από την ίδια τη ληστρική φορολογική επιβάρυνσή της.
3. Διότι ενώ κατά το άρθρο 17 παρ. 1 του Συντάγματος «Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους…», η διπλή φορολόγηση της αστικής ακίνητης περιουσίας, με βάση αντικειμενικές αξίες ή τιμές ζώνης που είναι πολλαπλάσιες των σημερινών και ληστρικούς φορολογικούς συντελεστές οδηγεί σε έμμεση αλλά νομοτελειακή δήμευση της ιδιοκτησίας μέσω της κατάλυσης του πυρήνα του ιδιοκτησιακού δικαιώματος των πολιτών, γεγονός που θα οδηγήσει μεγάλο αριθμό πολιτών με απρόσοδες περιουσίες στην απώλεια των περιουσιών τους και τελικά στη φυλακή.
4. Διότι ενώ το Σύνταγμα (άρθρο 20 παρ. 1) ρητά προβλέπει το δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια, το νομοσχέδιο αυτό περιέχει διατάξεις που αποστερούν τη δυνατότητα προσφυγής στη δικαιοσύνη και συμμετοχής σε κάθε οικονομική συναλλαγή σε όσους πολίτες θα βρεθούν σε αντικειμενική αδυναμία πληρωμής των αστρονομικών φορολογικών υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτό.
5. Διότι εξάλλου, το σύστημα υπολογισμού του φόρου, καθιερώνει μία σειρά αντικειμενικών -και πρακτικά αμάχητων- τεκμηρίων τα οποία λαμβάνονται περιοριστικά υπόψη προκειμένου να καθορισθεί η φορολογική υποχρέωση, χωρίς ο πολίτης να έχει τη δυνατότητα να αντιτάξει άλλα κρίσιμα στοιχεία απαραίτητα για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας του ακινήτου του, κάτι το οποίο καταργεί κάθε δυνατότητα δικαστικού ελέγχου, παραβιάζοντας τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 20 του Συντάγματος.
Η ΠΟΜΙΔΑ δηλώνει ότι είναι αντικειμενικά αδύνατη η καταβολή του διπλού φόρου στα ακίνητα, ιδιαίτερα από τους ιδιοκτήτες των ξενοίκιαστων ακινήτων με τις τεράστιες αντικειμενικές αξίες και τιμές ζώνης και τα μηδενικά εισοδήματα, και ότι κάθε ρύθμιση που θα έχει τα χαρακτηριστικά αυτά θα προσβληθεί με κάθε νόμιμο μέσο στα ελληνικά και στα διεθνή δικαστήρια.