H... χαώδης απόκλιση της αντικειμενικής αξίας από την εμπορική θα καθιστούσαν ανενεργή την άρση της προστασίας απο τους πλειστηριασμούς . Αυτό γιατί, όπως σημειώνουν νομικοί κύκλοι, σύμφωνα με τα ισχύοντα, η τιμή πρώτης προσφοράς για την έναρξη του πλειστηριασμού ορίζεται στα 2/3 της εκτίμησης στην οποία προέβη ο δικαστικός επιμελητής κατά την κατάσχεση. Η τιμή της πρώτης προσφοράς δεν πρέπει να υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Αυτή είναι -βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας- και η τιμή εκκίνησης για την πώληση του ακινήτου. Για παράδειγμα, έστω πως φθάνει σε πλειστηρίαση μία κατοικία αντικειμενικής αξίας 500.000 ευρώ· πρώτη τιμή προσφοράς ορίζονται κατ' ελάχιστον οι 330.000 ευρώ, που θα πρέπει να αποτελέσουν το σημείο εκκίνησης. Μάλιστα, στην περίπτωση που κηρυχθεί άγονη η διαδικασία, ακολουθεί και δεύτερη με βασικό κριτήριο και πάλι την αντικειμενική αξία. Εάν δεν τελεσφορήσει, που είναι σχεδόν βέβαιο, το επόμενο στάδιο προβλέπει τη δικαστική διαιτησία, που με τον αργό ρυθμό επιδίκασης μπορεί να χρειαστεί ένα-δύο χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσει. Παράλληλα, η πλευρά του αιτούντος (λ.χ. το Δημόσιο ή τράπεζα κ.ά.) θα πρέπει να ζητήσει από τον αρμόδιο δικαστή τη διόρθωση της ελάχιστης τιμής. Ομως, πρακτικά, με την καθίζηση της αγοράς ακινήτων θεωρείται αδύνατο η αντικειμενική αξία να πλησιάζει την εμπορική τιμή, πόσω δε μάλλον σε μία αγορά «νεκρή», αφού δεν γίνονται συναλλαγές. Οντως, η πραγματική αξία ενός ακινήτου είναι πάντα η εκάστοτε τιμή που δίνει η αγορά, επί της ουσίας είναι η μόνη που έχει αξία. Οπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς ακινήτων, το υπουργείο οφείλει να προσαρμόσει τον υπολογισμό των νέων αντικειμενικών αξιών στην πραγματικότητα της υπερπροσφοράς ακινήτων ώστε να αντανακλούν τις πραγματικές. Αλλωστε, για κάτι τέτοιο η Αθήνα έχει δεσμευτεί «μνημονιακά» από τον Ιούνιο του 2012.