Και όμως , μπορεί να κατηγορούν τους έλληνες αλλά διαβάστε παρακάτω μία απίστευτη ιστορία που παίχθηκε σε μία μεγάλη πόλη της Ελλάδας απο ξένο πολυεθνικό όμιλο και βγάλετε τα συμεπράσματα σας.
Το 2008, ενας ευρωπαϊκός εμπορικός όμιλος αποφάσισε να βάλει στην ελληνική αγορά και το εμπορικό σήμα του σε μία μεγάλη ελληνική πόλη. Συμφώνησε λοιπόν με μία ελληνική εταιρία να αγοράσει αυτή μία έκταση 30 στρεμμάτων που της υπέδειξε ο γερμανικός όμιλος, πολύ κοντά στο άλλο κατάστημα του ομίλου και να κατασκευάσει ένα πολυκατάστημα, το μεγαλύτερο τμήμα του οποίου, περίπου 5.500 τ.μ., μίσθωσε η πολυθεθνική . Είχε συμφωνήθει με την ελληνική εταιρία ότι ολόκληρη η δαπάνη κατασκευής θα βάρυνε τη δεύτερη και σε αντάλλαγμα εκείνοι θα χρησιμοποιούσαν το ακίνητο έναντι ενοικίου, ώστε να αποσβεσθεί η επένδυση σε μια δεκαπενταετία.
Η ελληνική εταιρία, η οποία προκειμένου να αποπερατώσει το έργο είχε συνάψει υψηλό τραπεζικό δανεισμό, πράγματι ολοκλήρωσε και παρέδωσε το έργο. Η συνολική αξία της συμφωνίας ξεπερνούσε τα 17.000.000 € για το κόστος κτήσης γης και κατασκευής και τα 22.000.000 € σε σωρευτικά ενοίκια για τη δεκαπενταετή διάρκεια της λειτουργίας της. Για τα δεδομένα της ελληνικής κτηματαγοράς του 2008, ήταν μια από τις μεγαλύτερες συμφωνίες της χρονιάς. Το κατάστημα της αλυσίδας ξεκίνησε τη λειτουργία του το Νοέμβριο του 2010, μέχρι που η πολυθενική σχεδόν ένα χρόνο αργότερα το έκλεισαν αιφνιδιαστικά μέσα σε μια νύχτα .
Επιχείρημα ;Η λειτουργία του ήταν ζημιογόνα και είχε προκαλέσει ζημίες πάνω από 5.000.000 €, μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο. Μάλιστα, οι εκπρόσωποι της πολυθενικής επικαλέσθηκαν και τον περιβόητο νόμο Κατσέλη (Ν. 3853/2010) για τις εμπορικές μισθώσεις, επικαλούμενοι ότι τους έδινε το δικαίωμα να τερματίσουν τη σύμβαση χωρίς αποζημίωση, παρά το γεγονός ότι είχαν στο παρελθόν παραιτηθεί ρητά από το δικαίωμα τους.
Έλα όμως που λογάριασαν χωρίς τον ξενοδόχο, την ελληνική δικαιοσύνη: Το Πολυμελές Πρωτοδικείο έκρινε ότι η καταγγελία της πολυεθνικής ήταν καταχρηστική, αλλά επιπλέον αποτελούσε και αδικοπραξία! Όπως προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης, το οποίο αναπτύσσεται σε 62 σελίδες, η επίκληση εκ μέρους της πολυθεθνικής της οικονομικής κρίσης ήταν απόλυτα προσχηματική, γιατί η μείωση των πωλήσεων τους δεν υπερέβαινε το ποσοστό του 10-15% στην κρίσιμη περίοδο. Επιπλέον οι ζημίες των 5.000.000 € οι Γερμανοί και οι οποίες τους «υποχρέωναν» να λύσουν τη σύβαση, αποδείχθηκε ότι προερχόταν από λογιστικό μαγείρεμα του ισολογισμού του καταστήματος, καθώς οφειλόταν στην εγγραφή υψηλότατων αποσβέσεων που ενεγράφησαν συνειδητά και αφού ο όμιλος είχε αποφασίσει να διακόψει τη λειτουργία του καταστήματος . Αν και τυπικά η λύση που είχε εφαρμόσει η γερμανική θυγατρική ήταν εναρμονισμένη με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, το Δικαστήριο έκρινε ότι η εγγραφή των συγκεκριμένων αποσβέσεων δεν θα είχε απαιτηθεί αν η πολυεθνική δεν είχε αποφασίσει ούτως ή άλλως να κλείσουν το κατάστημα και επομένως θεώρησε ότι αποτελούσε κραυγαλέα κακοπιστία να επικαλούνται τις λογιστικές ζημίες αυτές ως λόγο διακοπής της σύμβασης. Ακόμη, το δικαστήριο έκρινε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, η επίκληση του νόμου της Κατσέλη, ο οποίος ψηφίστηκε για να δώσει μια ανάσα στις μικρές επιχειρήσεις, ήταν αβάσιμη και προσχηματική, αφού λόγω του ιδιαίτερα σύνθετου χαρακτήρα της σύμβασης, η τελευταία δεν μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως μίσθωση. Τελευταίο και σημαντικότερο: αν και η σύμβαση φαινόταν να έχει καταρτισθεί στο όνομα μιας θυγατρικής , που είχε ως προορισμό να διαχειρίζεται το συγκεκριμένο κατάστημα και μόνον, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι εν τοις πράγμασι συμβαλλόμενο μέρος ήταν ακόμη και η απώτερη μητρική του Ομίλου. Τα τελευταία χρόνια παρόμοιες ιστορίες έχουν επαναληφθεί στην ελληνική κτηματαγορά με πολυεθνικές αλυσίδες να εμφανίζονται ως αδύναμοι «μισθωτές» αφήνοντας στα κρύα του λουτρού τους Έλληνες επιχειρηματίες που τους εμπιστεύθηκαν, εκμεταλλευόμενοι είτε την κρίση, είτε το κενό του νόμου Κατσέλη.