Αρχισαν οι προσφυγές από ιδιοκτήτες ακινήτων που διαμαρτύρονται για υπέρμετρη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας τους και που επιδιώκουν να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική και αντίθετη σε διεθνείς συνθήκες η υπουργική απόφαση που καθόρισε τιμές (ανά τ.μ.) για την περίοδο 2011-2013 σε περιοχές όπου δεν εφαρμόζεται σύστημα αντικειμενικών αξιών, προκειμένου να επιβληθεί ΦΑΠ (Φόρος Ακίνητης Περιουσίας). Την πρώτη σχετική αίτηση ακύρωσης υπέβαλαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας κάτοικοι της Ν. Μάκρης που θεωρούν ότι η υπουργική απόφαση οδηγεί σε εκμηδένιση των περιουσιακών τους στοιχείων και αδικαιολόγητα υψηλή φορολόγηση, αφού προσδιορίζει την τιμή ανά τ.μ. σε 620 ευρώ για την πολεοδομική τους ενότητα (η Εφορία εισηγήθηκε ποσό 250€) χωρίς να ληφθεί υπόψη η ραγδαία πτώση στην αγορά ακινήτων που προκάλεσε η μεγάλη οικονομική κρίση. Το επόμενο διάστημα θα ακολουθήσει, σύμφωνα με πληροφορίες, κύμα σχετικών προσφυγών, που θα προσβάλουν τον προσδιορισμό αντικειμενικών αξιών που είναι αναντίστοιχες προς την καθίζηση που επήλθε στην κτηματαγορά στη μνημονιακή περίοδο. Στην αίτηση ακύρωσης υποστηρίζεται ότι παραβιάζονται θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος και του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), καθώς η υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση εκμηδενίζει την αξία των οικοπέδων, προσβάλλοντας τον πυρήνα των περιουσιακών δικαιωμάτων των ιδιοκτητών.
Προβάλλεται ως αντισυνταγματική η αναδρομική φορολόγηση (για το 2011-2012) που επιτρέπει η υπουργική απόφαση, ενώ επισημαίνεται παραβίαση της αρχής της ισότητας, αφού η επιβάρυνση αφορά μόνο τους πολίτες (φυσικά πρόσωπα) και όχι και τα νομικά πρόσωπα-ιδιοκτήτες. Στην αίτηση τονίζεται ότι η τιμή των 620€ ανά τ.μ. προσδιορίστηκε με βάση μία μόνο δήλωση ΦΜΑ του Ιουνίου 2010 χωρίς να εξειδικεύονται χαρακτηριστικά του ακινήτου, το αν αφορά φυσικά ή νομικά πρόσωπα, το είδος της συναλλαγής που είναι κρίσιμο αφού αν απαλλάσσεται από φόρο (π.χ. γονική παροχή) δεν ενδιαφέρει τον φορολογούμενο να αναζητήσει την πραγματική αγοραία αξία, με συνέπεια να υπάρχουν αποστάσεις από την πραγματικότητα. Ετσι, είναι εντελώς ανεπίκαιρο, ανεπαρκές και ακατάλληλο το κριτήριο τιμών μίας μόνο φορολόγησης μεταβίβασης στα μέσα του 2010, όταν η σφοδρότητα της οικονομικής κρίσης δεν είχε ακόμα αξιολογηθεί ορθά, καθώς μόλις είχε αποφασιστεί η προσφυγή στον Μηχανισμό Στήριξης. Τότε -υπογραμμίζεται- δεν ήταν ακόμα αισθητές οι επιπτώσεις στην κτηματαγορά, με συνέπεια η αύξηση της φορολογητέας αξίας να είναι αναντίστοιχη προς τη σταδιακή κατάρρευση των τιμών των ακινήτων και να αντίκειται προς το δίδαγμα της κοινής πείρας ότι η χώρα βρίσκεται σε ύφεση που έπληξε ιδίως την αγορά ακινήτων.