Ανεκτίμητη παραμένει μέχρι σήμερα η περιουσία της Εκκλησίας, ενώ καμία πρόοδος δεν έχει σημειωθεί και στο «καυτό» θέμα που αφορά την αξιοποίησή της. Αν και έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας από τότε που η Εκκλησία, διά στόματος του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, έδωσε τη συγκατάθεσή της για την αξιοποίηση της... ιερής περιουσίας στην κρίσιμη περίοδο για τη χώρα, το θέμα φαίνεται πως έχει παραμείνει στο αρχικό στάδιο της συμφωνίας. Υπενθυμίζεται ότι γι΄ αυτό το ζήτημα ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος είχε συνάντηση με την ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης τον Σεπτέμβριο, όπου και οι δύο πλευρές δήλωσαν ότι συμφωνούν ανάβοντας ταυτόχρονα το «πράσινο φως» για την αξιοποίηση. Αντίθετα, σύμφωνα με εκκλησιαστικούς κύκλους, δεύτερο βήμα δεν έχει γίνει, αν και αρχικά είχε διαρρεύσει ότι ο κ. Ιερώνυμος είχε ζητήσει να ξεπεραστούν οι γραφειοκρατικές διαδικασίες προκειμένου να προχωρήσει το έργο και να αξιοποιηθεί ένα σημαντικό κομμάτι της εκκλησιαστικής περιουσίας. Η κυβέρνηση, που επιθυμεί διακαώς μια τέτοια συνεργασία, καθώς θα φέρει σημαντικές επενδύσεις, αναμένει την πρόταση της Εκκλησίας την οποία θα εντάξει στο fast track. Οπως είχε διαφανεί από τις πρώτες συζητήσεις, πρώτος στόχος της αξιοποίησης είναι η εκμετάλλευση των «φιλέτων» που εκτείνονται από την περιοχή του Φαλήρου μέχρι και τη Βουλιαγμένη. Εκεί βρίσκονται περίπου 80 ακίνητα αλλά και εκτάσεις περίπου 240 στρεμμάτων που η αξία τους, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ξεπερνά το 1,5 δισ. ευρώ. Σημειώνεται πως ο Αρχιεπίσκοπος έχει στα χέρια του επενδυτική πρόταση από το Κατάρ που επισκέφθηκε πριν από έναν χρόνο, την οποία παρουσίασε, μεταξύ άλλων, στη συνάντηση που είχε με την ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης.
Οπως έχει γίνει γνωστό, οι εκπρόσωποι του αραβικού εμιράτου επισκέφθηκαν με τη σειρά τους την Αθήνα, ώστε να δουν από κοντά την ακίνητη περιουσία της Εκκλησίας και να καταλήξουν σε συγκεκριμένη πρόταση. Η αρχική πρόταση περιλαμβάνει ανέγερση πολυτελών γραφείων, κατοικιών, χώρων στάθμευσης και ξενοδοχείων, καθώς και επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας (φωτοβολταϊκά). Πάντως, εκκλησιαστικοί κύκλοι επιμένουν ότι συγκεκριμένες προτάσεις για την αξιοποίηση της περιουσίας ακόμα αναζητούνται. Αν και πολλά έχουν γραφτεί για το μέγεθος και την αξία της εκκλησιαστικής περιουσίας, μέχρι ότι αυτή ανέρχεται δέκα φορές πάνω από το ελληνικό χρέος, ουδείς σήμερα έχει πραγματική εικόνα. Το δαιδαλώδες ιδιοκτησιακό καθεστώς εμποδίζει να βγει ασφαλές συμπέρασμα, δεδομένου ότι περισσότερα από 10.000 Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (μητροπόλεις, ναοί, μονές, προσκυνήματα, ιδρύματα, κληροδοτήματα) έχουν τη δική τους ανεξάρτητη οικονομική διαχείριση. Η καταμέτρηση της εκκλησιαστικής περιουσίας προσκρούει και στο γεγονός ότι σε αυτή συγκαταλέγονται δάση, χορτολιβαδικές εκτάσεις που είναι αδύνατον να εκτιμηθεί η αξία τους. Στο μεταξύ υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα γης, εκατοντάδες οικοδομικά τετράγωνα, μετοχές, αμοιβαία κεφάλαια και καταθέσεις αξίας εκατομμυρίων ευρώ. Περιλαμβάνονται ξενοδοχεία, κτίρια, συγκροτήματα γραφείων, πολυκατοικίες, τουριστικές εγκαταστάσεις, καταστήματα. Παρόλο που δεν υπάρχει εκκλησιαστικό κτηματολόγιο, υπολογίζεται ότι η Εκκλησία διαθέτει περί τα 800 ακίνητα (χωρίς να υπολογίζεται η περιουσία των μητροπόλεων, ιερών μονών και ενοριών) που είναι ανεκμετάλλευτα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις η συνολική έκταση της εκκλησιαστικής περιουσίας φτάνει τα 1.300.000 στρέμματα. Απ΄ αυτά 732.000 είναι βοσκότοποι, 367.000 δασικές εκτάσεις και 189.000 γεωργικές. Περίπου 400.000 στρέμματα χαρακτηρίζονται ως «διακατεχόμενα», καθώς δεν υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας. Σημειώνεται επίσης ότι στην περιουσία της Εκκλησίας συγκαταλέγονται και ολόκληρα νησιά και βραχονησίδες σε νησιωτικά συμπλέγματα, όπως π.χ στις Σποράδες και στις Κυκλάδες.