Στους ιδιοκτήτες με μεσαία και μεγάλη ακίνητη περιουσία επιθυμεί να μεταφέρει τα βάρη η παρούσα κυβέρνηση με την επαναφορά του Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας το 2020, υποσχόμενη από την άλλη πλευρά ελαφρύνσεις για τις λαϊκές συνοικίες από το νέο έτος.
Ωστόσο, ακόμα και για τους ιδιοκτήτες των περισσότερων «φθηνών» περιοχών οι ελαφρύνσεις που εξήγγειλε θα είναι περιορισμένες και δεν θα ξεπερνούν τα 70 ευρώ το 2019. Οπως ανέφερε ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας το περασμένο Σάββατο από το βήμα της ΔΕΘ, «θα αλλάξει και η δομή του φόρου ώστε να γίνει πιο αναλογικός, πιο δίκαιος, ελαφρύτερος για τη λαϊκή κατοικία, άρα περισσότερο φόρος μεγάλης ακίνητης περιουσίας και όχι χαράτσι για τα λαϊκά στρώματα».
Οσον αφορά τη μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30%, αυτή θα γίνει σε βάθος διετίας και όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός, η μείωση θα φθάσει το 50% σε βάθος διετίας για τις χαμηλές περιουσίες.
Σημειώνεται ότι το μέτρο ψηφίστηκε το περυσινό έτος ως αντιστάθμισμα για το «ψαλίδισμα» του αφορολογήτου το 2020 στις 5.685 ευρώ. Μάλιστα έχει θεσμοθετηθεί «ταβάνι» στην έκπτωση φόρου, η οποία δεν ξεπερνά τα 70 ευρώ.
Ειδικότερα, όσοι έχουν φέτος ΕΝΦΙΑ έως 233 ευρώ θα τύχουν πλήρους έκπτωσης 30% το 2019, ενώ από εκεί και πάνω και μέχρι του ποσού των 700 ευρώ στους λογαριασμούς του ΕΝΦΙΑ ενεργοποιείται ο «κόφτης» των 70 ευρώ.
Ωστόσο, οι μειώσεις εξανεμίζονται για μεγαλύτερες περιουσίες και συγκεκριμένα για ιδιοκτήτες που πληρώνουν ΕΝΦΙΑ πάνω από 233 ευρώ. Για παράδειγμα, για διαμέρισμα που φέτος επιβαρύνεται με φόρο 400 ευρώ, αν είχε την πλήρη μείωση του 30%, ο ιδιοκτήτης του θα καλούνταν να πληρώσει 120 ευρώ μικρότερο φόρο, δηλαδή 280 ευρώ, αλλά επειδή υπάρχει ο «κόφτης» των 70 ευρώ, ο φόρος θα περιοριστεί απλώς στα 330 ευρώ, άρα επί της ουσίας η μείωση φόρου είναι της τάξης του 17,5%.
Για παράδειγμα, φορολογούμενος που φέτος καλείται να πληρώσει ΕΝΦΙΑ 600 ευρώ, στην περίπτωση που είχε το 2019 έκπτωση 30%, θα πλήρωνε στην εφορία 420 ευρώ. Ωστόσο θα πληρώσει 530 ευρώ, δηλαδή ο ΕΝΦΙΑ θα μειωθεί κατά 11,6%.
Τα δεδομένα είναι πολύ χειρότερα για τους ιδιοκτήτες που καλούνται να πληρώσουν ΕΝΦΙΑ άνω των 700 ευρώ. Με βάση τη διάταξη, που πλέον είναι νόμος, δεν θα έχουν καμία έκπτωση. Αντίθετα, λόγω της αλλαγής της δομής του φόρου (από ΕΝΦΙΑ σε ΦΜΑΠ), πιθανόν θα πληρώσουν περισσότερα.
Πάντως, με βάση όσα ανακοινώθηκαν, ο εισπρακτικός στόχος για το 2020 έχει τεθεί σε 1,8 δισ. ευρώ, από 2,65 δισ. ευρώ σήμερα. Τα 850 εκατ. ευρώ λιγότερα που υπόσχεται ο πρωθυπουργός για το 2020 είναι άγνωστο πώς θα κατανεμηθούν και ποιοι εντέλει θα εξαιρεθούν.
Υπενθυμίζεται ότι ο ΦΜΑΠ εφαρμόσθηκε για πρώτη φορά το 1997 και προέβλεπε υψηλό αφορολόγητο. Συγκεκριμένα, ο ΦΜΑΠ αφορούσε φορολογουμένους με ακίνητη περιουσία άνω των 243.600 ευρώ για τους άγαμους, 487.200 ευρώ για τους έγγαμους, με προσαύξηση 61.650 ευρώ για καθένα από τα δύο πρώτα παιδιά και 73.400 ευρώ για καθένα από το τρίτο παιδί και πάνω. Ο φόρος υπολογιζόταν με συντελεστές από 0,354% έως 0,944% επί της αντικειμενικής αξίας, για τα φυσικά πρόσωπα. Ο ΦΜΑΠ διατηρήθηκε για αρκετά χρόνια και το 2009 επανήλθε ως φόρος ακίνητης περιουσίας (ΦΑΠ) που αρχικά είχε όριο τις 400.000 ευρώ αντικειμενική αξία και άνω. Στη συνέχεια το 2010 το όριο επιβολής ΦΑΠ υποχώρησε στις 300.000 ευρώ για να καταλήξει το 2011 στις 200.000 ευρώ αντικειμενική αξία. Σημειώνεται ότι τα έσοδα του Δημοσίου από τον ΦΑΠ του 2011 με αφορολόγητο όριο 200.000 ήταν περίπου 800 εκατ. ευρώ και αφορούσαν 560.000 ιδιοκτήτες ακινήτων.