Η επιλογή των κυβερνώντων να στραφούν σε ένα σύστημα φορολόγησης της κατοχής ακινήτων ουσιαστικα κατέστρεψε την αγορά ακινήτων απο την οποία έχουν αποβληθεί τα μεσαία και τα χαμηλά εισοδήματα. Στην πραγματικότητα ο ΕΝΦΙΑ αλλά και όλες οι υπόλοιπες έμμεσες και άμεσες επιβαρύνσεις -απο την συντήρησν του ασανσερ μέχρι τα πρόστιμα για τα αυθαίρετα-έχουν εξαντλησει οικονομικά εκατομμύρια ιδιοκτητες. Ενώ μέχρι το 2010 ο κύριος όγκος των φορολογικών εσόδων από τα ακίνητα προερχόταν από τις αγοραπωλησίες, μέσω του φόρου μεταβίβασης κι ενώ για ένα διάστημα ίσχυσαν παράλληλα και τα δύο, δηλαδή και ο υψηλός φόρος κατοχής και ο υψηλός φόρος μεταβίβασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2010 μέχρι το 2015 οι φόροι κατοχής ακινήτων αυξήθηκαν έξι φορές, από τα 500 εκατ. ευρώ σε 3 δισ. ευρώ, ενώ το 2016 αυξήθηκαν εκ νέου σε 3,5 δισ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι ναι μεν ο στόχος των εσόδων από τον ετήσιο ΕΝΦΙΑ είναι 2,65 δισ. ευρώ, ωστόσο το ποσό του φόρου που βεβαιώνεται, κατά κανόνα, κυμαίνεται μεταξύ 3,2 και 3,6 δισ. ευρώ. Εκτός βέβαια από την κατακόρυφη αύξηση των δαπανών που συνοδεύουν την κατοχή ακινήτου, οι Ελληνες είδαν και την αξία της περιουσίας τους να υποβαθμίζεται, εν μέρει και ως φυσικό επακόλουθο της υπερφορολόγησής της, που την κατέστησε λιγότερο ελκυστική. Ενώ λοιπόν από το 2010 μέχρι και το 2017, στην Ε.Ε. καταγράφεται μέση αύξηση των τιμών των κατοικιών κατά 11%, στην Ελλάδα οι αξίες υποχώρησαν κατά 42% (στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος), καταγράφοντας και στην εν λόγω περίπτωση τη χειρότερη επίδοση στην Ευρώπη. Μετά την Ελλάδα, τη χειρότερη επίδοση κατέγραψαν οι τιμές στην Ισπανία, όπου μειώθηκαν κατά 17% την ίδια περίοδο, στην Ιταλία με πτώση 15% και στην Κύπρο, όπου μειώθηκαν κατά 9%.