Ξεπερνά τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ το καπέλο στους φόρους ακινήτων που έχουν πληρώσει τα τελευταία πέντε χρόνια οι ιδιοκτήτες ακινήτων μέσω των εξωπραγματικών αντικειμενικών τιμών. Ενώ από το 2010, που ουσιαστικά η οικονομία βυθίστηκε στην ύφεση, οι τιμές των ακινήτων πηγαίνουν μόνο προς μία κατεύθυνση, δηλαδή προς τα κάτω, οι φόροι των ακινήτων πηγαίνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση, προς τα πάνω. Και αυτή η αδικία σε βάρος των εκατομμυρίων ιδιοκτητών ακινήτων έγινε και εξακολουθεί να γίνεται μέσω ενός και μοναδικού τρόπου: της τεχνητής διατήρησης των αντικειμενικών τιμών των ακινήτων στα ύψη. Από το 2010, όταν το υπουργείο Οικονομικών άρχισε να αναζητά έσοδα για να εκπληρώσει τους δημοσιονομικούς στόχους του Μνημονίου, τα ακίνητα αποτέλεσαν τον αγαπημένο φοροεισπρακτικό στόχο του. Η πρώτη κίνηση που έγινε ήταν η επαναφορά το 2010 του Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας με αφορολόγητο όριο 400.000 ευρώ. Το 2011 ο φόρος μετονομάστηκε σε Φόρο Ακίνητης Περιουσίας και το αφορολόγητο όριο μειώθηκε στα 200.000 ευρώ. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους επιβλήθηκε, παράλληλα με τον ΦΑΠ, και το Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (το γνωστό «χαράτσι»). Το ΕΕΤΗΔΕ με παραλλαγές διατηρήθηκε μέχρι φέτος, οπότε και αντικαταστάθηκε από τον ΕΝΦΙΑ, στον οποίο ενσωματώθηκε και ο ΦΑΠ. Τα έσοδα των παραπάνω φόρων που βεβαιώθηκαν στους φορολογουμένους ανέρχονται στο ποσό των 11,2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Με δεδομένο ότι οι αντικειμενικές με βάση τις οποίες υπολογίστηκαν οι φόροι ακινήτων είναι κατά μέσο όρο τουλάχιστον 30% υψηλότερες από τις εμπορικές τιμές, προκύπτει ότι το ποσό με το οποίο επιβαρύνθηκαν οι φορολογούμενοι ξεπερνά τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ. Το ποσό αυτό εκτιμάται ότι είναι πολύ μεγαλύτερο, εάν ληφθεί υπόψη ότι οι αντικειμενικές αποτελούν βάση για τον προσδιορισμό του περιουσιακού κριτηρίου, όπου αυτό υπάρχει. Για παράδειγμα, για την καταβολή του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης υπάρχει περιουσιακό κριτήριο αντικειμενικής αξίας ακινήτων, ενώ κάτι ανάλογο ισχύει και για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, του οποίου η καταβολή πρόκειται να ξεκινήσει σύντομα. Επίσης, σε αυτόν τον λογαριασμό δεν περιλαμβάνονται φόροι όπως το Τέλος Ακίνητης Περιουσίας, που επιβάλλεται μέσω των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος, και τα έσοδά του καταλήγουν στους δήμους, αλλά ούτε και τα τεκμήρια των ακινήτων που το ύψος τους καθορίζεται και από την τιμή ζώνης στην οποία βρίσκεται η κατοικία που δηλώνουν οι φορολογούμενοι. Οι εξωπραγματικές αντικειμενικές τιμές, που οδήγησαν σε εξοντωτική φορολόγηση των ιδιοκτητών, προκάλεσαν και τις προσφυγές τους στη Δικαιοσύνη. Μία από αυτές τις προσφυγές ήταν εξαιρετικά επιτυχημένη. Προήλθε από τον πρόεδρο της Δράσης, Θεόδωρο Σκυλακάκη, και στελέχη του κόμματος, με το Συμβούλιο της Επικρατείας –στο οποίο κατατέθηκε και η προσφυγή– να υποχρεώνει το υπουργείο Οικονομικών να προχωρήσει στην αναπροσαρμογή των αντικειμενικών τιμών μέσα στο επόμενο εξάμηνο. Το ανώτατο δικαστήριο επικαλείται τη νομοθεσία των αντικειμενικών τιμών του 1982, σύμφωνα με την οποία οι τιμές ζώνης θα πρέπει να αναπροσαρμόζονται ανά διετία. Η τελευταία φορά που αναπροσαρμόστηκαν οι αντικειμενικές τιμές ήταν το 2007, δηλαδή παραμένουν στο ύψος τους τα τελευταία επτά χρόνια.