Τρόπους για την τόνωση των αγοραπωλησιών στην αγορά ακινήτων αναζητεί το οικονομικό επιτελείο και προς την κατεύθυνση αυτή εξετάζεται η αναθεώρηση του μέτρου του «πόθεν έσχες» στην αγορά κατοικίας. Η σύνδεση της αντικειμενικής τιμής με το τεκμήριο απόκτησης ακινήτου έχει οδηγήσει στη ματαίωση εκατοντάδων συναλλαγών, καθώς πολλοί ενδιαφερόμενοι αγοραστές διαπιστώνουν ότι για να αποκτήσουν ένα ακίνητο χρειάζεται να δικαιολογήσουν εισοδήματα που δεν έχουν και που πιθανώς δεν απέκτησαν ποτέ. Ενδεικτικά ακόμα και αν ένα διαμέρισμα αντικειμενικής αξίας 100.000 ευρώ πωληθεί προς 60.000 ευρώ, ο αγοραστής θα κληθεί να δικαιολογήσει την προέλευση κεφαλαίων 100.000 ευρώ, έστω κι αν δεν χρειάστηκε να δαπανήσει το εν λόγω ποσό για την απόκτηση του ακινήτου. Μάλιστα, ακόμα κι αν ο αγοραστής επικαλεστεί ανάλωση κεφαλαίου από αποταμιεύσεις παλαιότερων ετών προκειμένου να μπορέσει να δικαιολογήσει την αγορά ακινήτου, θα υποστεί έλεγχο στα εισοδήματα που δήλωνε τα προηγούμενα χρόνια. Αν δεν μπορέσει να δικαιολογήσει κάποια από αυτά τα εισοδήματα, η εφορία θα τα εκλάβει ως παράνομο πλουτισμό και θα τα φορολογήσει με συντελεστή 45%. Το υπουργείο Οικονομικών έχει ενημερώσει ΔΝΤ, ΕΕ και ΕΚΤ για το ζήτημα και σε πρώτη φάση η τρόικα εμφανίζεται θετική στην αλλαγή του «πόθεν έσχες» στην αγορά ακινήτου, ώστε να εφαρμόζεται η εμπορική τιμή πώλησης του ακινήτου και όχι η αντικειμενική. Εάν το μέτρο ψηφισθεί τότε η εφορία θα δέχεται το ποσόν της συναλλαγής που θα αναγράφει ο αγοραστής στο συμβόλαιο αγοράς, όποιο και αν είναι αυτό χωρίς να λαμβάνει υπόψη την αντικειμενική αξία.