«Μπαράζ» προσφυγών βρίσκεται σε εξέλιξη σε διάφορα δικαστήρια, επιδιώκοντας να καταπέσουν ως αντισυνταγματικές οι διογκωμένες αντικειμενικές αξίες (σε σύγκριση με τις αγοραίες) αξίες ακινήτων σε όλη τη χώρα. Ταυτόχρονα με άλλες προσφυγές επιδιώκεται να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική η υπέρμετρη φορολόγηση ακινήτων τα τελευταία χρόνια (στο μέτρο που στηρίχθηκε στις «φουσκωμένες» αντικειμενικές αξίες) ενώ παράλληλα ζητείται να κριθεί αντισυνταγματικός και ο νέος Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) με τη φορολόγηση της υπεραξίας. Οι αγοραπωλησίες, πάντως, που γίνονται τα τελευταία χρόνια, και αφορούν κυρίως παλαιά κτίρια επιβεβαιώνουν το μεγάλο χάσμα με τις αντικειμενικές αλλά και την υπέρμετρη φορολόγηση που βασίζεται σε εικονικές τιμές.
Πολλές από τις προσφυγές των ιδιοκτητών ασκούνται με αφορμή αρνητικές απαντήσεις του υπουργείου Οικονομικών σε αιτήματα ομαδικά για δραστική μείωση των αντικειμενικών αξιών, όπου αποφεύγονται οι αναλυτικές εξηγήσεις για τη δυσανάλογη φορολόγηση με την επισήμανση ότι τέτοιου είδους αλλαγές δεν γίνονται μεμονωμένα, αλλά για το σύνολο της χώρας, κάτι που μπορεί να εξεταστεί μελλοντικά. Να σημειωθεί ότι από το οικονομικό επιτελείο (ενώ προβλέπεται και στο Μνημόνιο) τονίζουν ότι αλλαγές στις αντικειμενικές αξίες θα γίνουν το 2017, ωστόσο, ειδική επιτροπή έχει συσταθεί προκειμένου να φτιάξει ένα πιο δίκαιο σύστημα για τη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας. Κοινός γεωμετρικός τόπος στις προσφυγές αυτές (που συνήθως υποβάλλονται ομαδικά με συνυπογραφή πάνω από 100 κατοίκους ανά περιοχή) είναι το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης οι αντικειμενικές αξίες είναι πλέον πολύ μεγαλύτερες από τις αγοραίες. Δικαστικοί κύκλοι επικαλούμενοι τη νομολογία του ΣτΕ, αφήνουν να εννοηθεί ότι οι προσφυγές αυτές έχουν πολύ σοβαρές πιθανότητες να γίνουν δεκτές, εφόσον αποδεικνύουν με στοιχεία τη δυσαναλογία αυτή και το Δημόσιο δεν μπορεί αντίστοιχα να αποδείξει -όπως έχει διαπιστωθεί αρκετές φορές δικαστικά- ότι υπήρξαν αγοραπωλησίες ακινήτων στην ίδια περιοχή, στο ύψος των τιμών που εκείνο προσδιόρισε ως αντικειμενική αξία.
Στις προσφυγές υπογραμμίζεται ότι η άρνηση της πολιτείας να μειώσει τις αντικειμενικές αξίες, αποσκοπεί αποκλειστικά στην εξασφάλιση κρατικών εσόδων με ένα σύστημα που οδηγεί σε υπέρμετρη φορολόγηση και οικονομική επιβάρυνση των πολιτών οδηγώντας σε μεγάλο περιορισμό που αγγίζει ακόμα και τη δήμευση της περιουσίας τους κατά παράβαση θεμελιωδών διατάξεων του Συντάγματος και διεθνών συνθηκών που προστατεύουν την ιδιοκτησία και τα περιουσιακά δικαιώματα και κατοχυρώνουν τη φορολογική ισότητα ανάλογα με τις δυνάμεις καθώς την αναλογικότητα κ.λπ. Ο «χορός» των σχετικών προσφυγών αφορά την περιφέρεια, αλλά και διάφορες περιοχές της Αττικής (Ν. Μάκρη, Ν. Βουτζάς, Ψυχικό, Φιλοθέη κ.λπ.) όπου επισημαίνεται η μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ των τιμών (αντικειμενικών - εμπορικών) λόγω της καθίζησης που έχει υποστεί η αγορά ακινήτων στην περίοδο της κρίσης.
Από τις πλέον χαρακτηριστικές είναι η προσφυγή στο ΣτΕ 106 κατοίκων του Ν. Βουτζά που επισημαίνουν ότι οι αντικειμενικές αξίες προσδιορίστηκαν προ επταετίας (με εισήγηση του 2005 και απόφαση του 2007) σε τιμές υπερδιπλάσιες (2.500 ευρώ ανά τ.μ.) από τις ισχύουσες στην αγορά ακινήτων, καθώς έχει επέλθει δραματική μεταβολή την τελευταία πενταετία. Οι κάτοικοι - ιδιοκτήτες ακινήτων υπέβαλαν τον περασμένο Δεκέμβριο αίτημα στο υπουργείο Οικονομικών για μείωση των αντικειμενικών αξιών, με αναλυτικά στοιχεία για την απαξίωση της ακίνητης περιουσίας τους, αλλά και για την υπερφορολόγηση και οικονομική επιβάρυνση που προκαλεί η αύξηση της φορολογικής βάσης, αφού «φουσκώνονται» οι φορολογίες μεταβίβασης, κληρονομιάς, δωρεών, γονικών παροχών, το τέλος ακίνητης περιουσίας, το «χαράτσι» της ΔΕΗ (ΕΕΤΗΔΕ, ΕΕΤΑ, κ.λπ.).
Στην απάντηση που έστειλε τον Φεβρουάριο το Δημόσιο, ενώ δέχεται ότι «οι αντικειμενικές αξίες, πρέπει να προσεγγίζουν τις αντίστοιχες εμπορικές όπως διαμορφώνονται σε κάθε περιοχή τη δεδομένη χρονική στιγμή», εντούτοις ξεπερνώντας τη νομοθετική υποχρέωση (ν. 1882/90) για αναπροσαρμογή τους το αργότερο ανά διετία, τονίζει ότι αναπροσαρμογή δεν γίνεται μεμονωμένα αλλά για το σύνολο της χώρας. Προσθέτει δε ότι «ότι στα πλαίσια της μελλοντικής αναπροσαρμογής, όποτε αυτή αποφασιστεί, θα επανεξετασθούν οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων του Δήμου Ραφήνας - Πικερμίου, για να προσαρμοστούν στις συνθήκες που θα επικρατούν στην αγορά ακινήτων τη δεδομένη στιγμή».
Στην αίτηση επισυνάπτονται στοιχεία (από μελέτες εταιρειών, συμβόλαια, αγγελίες κ.λπ.) που δείχνουν ότι οι αγοραίες αξίες το διάστημα 2011 - 2013 εμφανίζουν πτώση από 10% έως 54%. Οι αγοραίες τιμές διαμορφώνονται σήμερα κατά μέσο όρο από 950 έως 1.350 ευρώ/τ.μ. (μέση τιμή 1.150 ευρώ και 140 - 250 ευρώ για οικόπεδα) που σημαίνει ότι βρίσκονται κάτω από τη μισή τιμή της αντικειμενικής στην περιοχή αυτή που έχει προσδιοριστεί σε 2.500 ευρώ από το 2007 (ποσοστό 54%). Το 2012 η μέση τιμή ήταν περίπου 1.650 ευρώ (μείον 34% από την αντικειμενική) και το 2011 ήταν 2.250 ευρώ (μείον 10% της αντικειμενικής). Στις προσφυγές που αφορούν το Ψυχικό και τη Φιλοθέη υποστηρίζεται ότι ο εκπρόσωπος της ΔΟΥ είχε προτείνει στην αρμόδια επιτροπή για μία συγκεκριμένη ζώνη την τιμή του 2007, καθώς δεν υπήρχαν στοιχεία για το 2010 ενώ δεν λήφθηκαν υπόψη στοιχεία για το 2011 - 2012.