Μεγάλο «αγκάθι» παραμένει ο φόρος υπεραξίας ακινήτων, με το υπουργείο Οικονομικών να αναζητεί ακόμη λύσεις στα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί. Από την αρχή του έτους έχουν «παγώσει» όλες οι αγοραπωλησίες ακινήτων, με τους συμβολαιογράφους να απέχουν από τη σύνταξη των σχετικών συμβολαίων, αφού αδυνατούν να προσδιορίσουν την τιμή κτήσης ενός ακινήτου το οποίο έχει αποκτηθεί πριν από 25 ή 30 χρόνια, όταν δηλαδή δεν υπήρχαν αντικειμενικές αξίες. Επίσης σε πολλές περιπτώσεις όπως χρησικτησία, ανταλλαγή, οικοδόμηση σε ιδιόκτητο οικόπεδο κ.λπ. δεν είναι εφικτός ο υπολογισμός της αξίας κτήσης. Ωστόσο η τιμή κτήσης είναι ένας βασικός προσδιοριστικός παράγοντας υπολογισμού του φόρου υπεραξίας. Ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή 15% επί της διαφοράς μεταξύ της τιμής κτήσης και της τιμής πώλησης ενός ακινήτου. Η «υπεραξία» που προκύπτει υπόκειται σε μείωση έως 39% με την εφαρμογή ενός «συντελεστή απομείωσης», ο οποίος κλιμακώνεται αντιστρόφως ανάλογα του χρόνου διακράτησης του ακινήτου, δηλαδή του χρονικού διαστήματος που έχει μεσολαβήσει μεταξύ του έτους απόκτησης και του έτους πώλησης του ακινήτου. Διορθώσεις Για να ξεπεραστούν τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί με τον φόρο υπεραξίας, το υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζει να προχωρήσει σε διορθωτικές κινήσεις οι οποίες, σύμφωνα με πληροφορίες, θα προβλέπουν:
1. Την απαλλαγή από τον φόρο υπεραξίας για μεταβιβάσεις ακινήτων τα οποία βρίσκονται στην κατοχή των πολιτών για περισσότερα από 25 χρόνια.
2. Για τα υπόλοιπα ακίνητα θα εφαρμοστεί ένα σύστημα αυτόματου προσδιορισμού της τιμής κτήσης που θα αποπληθωρίζει την αξία του κάθε ακινήτου. Ουσιαστικά θα τιμαριθμοποιείται η τιμή κτήσης (κόστος αγοράς) του ακινήτου, ώστε να γίνεται ορθά η σύγκριση με τις σημερινές τιμές πώλησης.
3. Ο φόρος υπεραξίας θα υπολογίζεται από τις εφορίες και όχι από τους συμβολαιογράφους. Πριν από την υπογραφή των συμβολαίων οι φορολογούμενοι - πωλητές των ακινήτων θα περνούν πρώτα από την εφορία τους, προκειμένου να υποβάλουν τη δήλωση του φόρου υπεραξίας. Η εφορία θα ελέγχει τη δήλωση, θα βεβαιώνει τον φόρο υπεραξίας που προκύπτει και στη συνέχεια θα εκδίδεται η Ταυτότητα Οφειλής με το ποσό του φόρου που θα πρέπει να καταβάλει ο πωλητής του ακινήτου. Ο συμβολαιογράφος μετά τη σύνταξη του συμβολαίου θα παρακρατεί τον φόρο υπεραξίας και θα τον αποδίδει στο Δημόσιο. Δηλαδή, θα είναι υπεύθυνος μόνο για την παρακράτηση και απόδοση του φόρου υπεραξίας.