Μια νέα επιβάρυνση περιμένει τους φορολογούμενους που θα προχωρήσουν στην πώληση κάποιου ακινήτου τους μετά την 01/01/2014. Έπειτα από αρκετά χρόνια επανέρχεται ο φόρος υπεραξίας ακινήτου, ο οποίος είχε θεσπιστεί με τη μορφή του αυτόματου υπερτιμήματος και το 2005 αλλά καταργήθηκε μερικά χρόνια αργότερα. Ενώ, όμως, επιβαρύνεται ο πωλητής, από το νέο έτος επέρχεται μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για τους αγοραστές, καθώς μειώνεται ο φόρος μεταβίβασης. Επιβάλλεται από την Πρωτοχρονιά φόρος στην υπεραξία των ακινήτων με συντελεστή 15%. Ο φόρος θα υπολογίζεται στη διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης και της τιμής πώλησης του ακινήτου, χωρίς να υπάρχει κάποιος χρονικός περιορισμός τού πότε και του πώς αποκτήθηκε ένα ακίνητο, το οποίο θα πουληθεί μετά την 1/1/2014. Ως τιμή κτήσης και τιμή πώλησης ορίζεται αυτή που έχει αναγραφεί στα σχετικά συμβόλαια. Η διαφορά που προκύπτει μεταξύ των δύο τιμών αποπληθωρίζεται και εφαρμόζεται ένας μειωτικός συντελεστής έως και 40%, ανάλογα με τα έτη διακράτησης του ακινήτου πριν αυτό πωληθεί. Υπάρχει και μια παγίδα στον φόρο υπεραξίας ακινήτων. Στις περιπτώσεις που δεν είναι εφικτή η εξεύρεση της τιμής κτήσης, τότε αυτή θεωρείται ότι είναι μηδενική και ο φόρος 15% επιβάλλεται επί του συνόλου της αξίας πώλησης του ακινήτου. Έτσι, για παράδειγμα, όταν ένας φορολογούμενος έχει αποκτήσει ένα ακίνητο με χρησικτησία πριν από πολλά χρόνια ή με ανταλλαγή ή διανομή, τότε κινδυνεύει να θεωρηθεί ότι το απέκτησε με μηδενική τιμή και να πληρώσει φόρο 15% για το σύνολο του τιμήματος, καθώς θα θεωρηθεί ολόκληρο το τίμημα ως υπεραξία. Ο φόρος υπεραξίας των ακινήτων θα έχει αφορολόγητο όριο 25.000 ευρώ.