Τα κέρδη υπεραξίας κεφαλαίου που προκύπτουν από τη μεταβίβαση ακινήτων φορολογούνται με συντελεστή 20% με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης. Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις επί ακινήτου ή ιδανικού μεριδίου αυτού ή εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου ή ιδανικού μεριδίου αυτού που αποκτάται με οποιαδήποτε αιτία και μετά την κτήση του μεταβιβάζεται περαιτέρω με επαχθή αιτία, επιβάλλεται φόρος στη διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης αυτού και της τιμής πώλησής του. Ως κτήση του ακινήτου νοείται η αγορά ή η με άλλη αιτία κτήση του, ανεξάρτητα από τη μεταγραφή της. Ως τιμή κτήσης του ακινήτου ή του εμπράγματου επ' αυτού δικαιώματος λαμβάνεται η αξία αυτού κατά το χρόνο απόκτησής του, όπως προσδιορίζεται με το αντικειμενικό σύστημα ή το αναγραφόμενο στο συμβόλαιο τίμημα εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο. Η διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης και της τιμής πώλησής του ακινήτου, η οποία υποβάλλεται σε φόρο, με την εφαρμογή συντελεστών παλαιότητας που ξεκινούν από 0,90 για 1 έως 5 έτη διακράτησης και φθάνουν μέχρι 0,60 για πάνω από 25 έτη διακράτησης. Στο φόρο υπεραξίας δεν υπόκεινται :
α) Το κέρδος που πραγματοποιείται από εμπορική δραστηριότητα αγοραπωλησίας ακινήτων.
β) Το κέρδος που πραγματοποιείται από την πώληση ακινήτου, παγίου περιουσιακού στοιχείου, νομικού προσώπου.
γ) Το κέρδος μέχρι 25.000 ευρώ που πραγματοποιείται από μεταβίβαση ακινήτου και εφόσον το ακίνητο αυτό έχει διακρατηθεί, για διάστημα τουλάχιστον 5 ετών. Η εξαίρεση δεν ισχύει για φυσικά πρόσωπα τα οποία πραγματοποιούν πέραν της μίας μεταβίβασης εντός της πενταετίας.