Παρά το γεγονός ότι οι εκπτώσεις δαπανών έχουν περιοριστεί εντούτοις αν είτσε ενοικιαστής τότε η εφορία αναγνωρίζει την δαπάνη του ενοικίου. Προκειμένου να αναγνωριστεί η δαπάνη θα πρέπει να έχετε τις αποδείξεις που έχουν εκδοθεί από τον εκμισθωτή ή το νόμιμο εκπρόσωπό του. Αντί των αποδείξεων καταβολής ενοικίου, ο φορολογούμενος δικαιούται να υποβάλει υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, από την οποία να προκύπτει το ποσό του ενοικίου που καταβλήθηκε από αυτόν για κύρια κατοικία του ιδίου και της οικογένειάς του, ως και τα στοιχεία των δικαιούχων στους οποίους το κατέβαλε και ο αριθμός του φορολογικού μητρώου των εκμισθωτών. Ποσοστό 10% της δαπάνης ενοικίου, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τα 1.000 ευρώ, μειώνει το συνολικό φόρο. Τα ίδια ισχύουν και για το μίσθωμα που καταβάλλει ο φορολογούμενος που μισθώνει κατοικίες για τις στεγαστικές ανάγκες των τέκνων του που σπουδάζουν σε πόλη που δεν έχουν ιδιόκτητη κατοικία. Η μείωση αυτή αναγνωρίζεται μόνο όταν ο φορολογούμενος αναγράφει στις οικείες ενδείξεις της ετήσιας αρχικής (εμπρόθεσμης ή εκπρόθεσμης) δήλωσης φόρου εισοδήματος τον ΑΦΜ του εκμισθωτή. Αν πρόκειται για εκμισθωτές που δεν κατοικούν ούτε διαμένουν στην Ελλάδα, μπορεί να αναγράφεται ο ΑΦΜ του πληρεξουσίου ή του νόμιμου εκπροσώπου τους. Για τους ανήλικους εκμισθωτές, που δεν έχουν ΑΦΜ, αναγράφεται ο ΑΦΜ του προσώπου που έχει την επιμέλεια του ανηλίκου. Όσοι παίρνουν στεγαστικό επίδομα, ανεξάρτητα από το ύψος του, δεν δικαιούνται την έκπτωση αυτή. Ομοίως, δε δικαιούνται τη μείωση αυτή οι φορολογούμενοι, όταν οι ίδιοι ή οι σύζυγοί τους, ή τα τέκνα που τους βαρύνουν έχουν πλήρη κυριότητα ή κατοχή (επικαρπία, δικαίωμα οίκησης) εξολοκλήρου, σε οικία με επιφάνεια τουλάχιστον ίση με εκείνη της μισθωμένης κύριας κατοικίας, η οποία βρίσκεται στον ίδιο νομό με τη μισθωμένη. Το ίδιο ισχύει και όταν η πιο πάνω οικία ανήκει εξ αδιαιρέτου είτε στο φορολογούμενο και στη σύζυγό του είτε στο φορολογούμενο και στα τέκνα που τους βαρύνουν είτε στη σύζυγό του και στα τέκνα που τους βαρύνουν.