Εφθασε η ώρα της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο συνολικό χαρτοφυλάκιο των τραπεζών διαμορφώνονται από 23% ως 27% ανάλογα με την τράπεζα ενώ σε ορισμένες κατηγορίες, όπως είναι τα καταναλωτικά, διαμορφώνονται πολύ υψηλότερα, ως και 50%. Για την κάλυψη των καθυστερήσεων προβλέπεται ότι πιθανότατα οι τράπεζες να χρειαστούν στο μέλλον και πρόσθετα κεφάλαια, σε σημείο που εκτιμάται ότι θα εξαντληθούν τα 13 δισ. ευρώ που έχουν απομείνει στα ταμεία του ΤΧΣ μετά την ανακεφαλαιοποίηση.Ετσι ο γρίφος που καλούνται να λύσουν τώρα οι τραπεζίτες είναι με ποιον τρόπο θα διαχειριστούν τα προβληματικά δάνεια ώστε να καθαρίσουν τα χαρτοφυλάκιά τους και ταυτόχρονα να διατηρήσουν στη «ζωή» επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Τραπεζικοί κύκλοι εκτιμούν ότι οι ελληνικές τράπεζες θα δημιουργήσουν θυγατρικές στις οποίες θα μεταβιβάσουν και θα «παρκάρουν» προβληματικά δανειακά χαρτοφυλάκια. Βεβαίως το θέμα είναι ποιος θα βάλει τα λεφτά σε αυτές τις εταιρείες, που δεν είναι ανάγκη να είναι τράπεζες. «Η διεθνής πρακτική λέει ότι μέρος των χρημάτων μπορούν να βάλουν οι ίδιες οι τράπεζες και μέρος επενδυτικά κεφάλαια και ειδικευμένες εταιρείες και τράπεζες» αναφέρουν οι ίδιες πηγές. Επίσης, ένα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι σε ποια τιμή θα μεταβιβαστούν τα προβληματικά δάνεια. Σύμφωνα με τραπεζικό στέλεχος «σήμερα τα distress funds προσφέρονται να αγοράσουν στο 15% της ονομαστικής αξίας προσδοκώντας να ανακτήσουν περισσότερα κεφάλαια από τη ρευστοποίησή τους με τη διαφορά να αποτελεί το κέρδος τους». Ομως όπως σημειώνει ο ίδιος, «ποιος διευθύνων σύμβουλος θα υπογράψει την πώληση σε τέτοιες χαμηλές τιμές;», ενώ επισημαίνει ότι «ιδιαίτερα για τα ακίνητα στη σημερινή συγκυρία δεν είναι εύκολο να ρευστοποιηθούν». Επιπλέον ερωτηματικά υπάρχουν και ως προς το αν το ΤΧΣ θα δώσει το πράσινο φως για την πώληση τέτοιων χαρτοφυλακίων και σε ποιες τιμές. Μια άλλη λύση αποτελεί η δημιουργία bad bank με κρατικά κεφάλαια ή εγγυήσεις στην οποία οι τράπεζες θα μπορέσουν να μεταβιβάσουν τα προβληματικά τους δάνεια σε μια χαμηλή τιμή και στη συνέχεια το Δημόσιο να προσπαθήσει να ανακτήσει όσο περισσότερα μπορεί όταν η οικονομία θα έχει ανακάμψει. Κάτι τέτοιο όμως δεν φαίνεται εφικτό άμεσα.