Κόντρα για την ρύθμιση στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων. Η κυβερνητική πρόταση προβλέπει περίοδο χάριτος 4 ετών στα στεγαστικά, με ταυτόχρονη (υπό προϋποθέσεις) διαγραφή τόκων και μείωση επιτοκίων αλλά και επιβολή πλαφόν 6,5% στο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων. Αυτό προκάλεσε την έντονη αντίδραση από την πλευρά των τραπεζών, οι οποίες προβάλλουν το επιχείρημα ότι το κόστος της υπολογίζεται στα 8 δισ. ευρώ. Η μάχη μεταξύ των δύο πλευρών αναμένεται σκληρή. Η κυβέρνηση φέρεται να μην υποχωρεί στην προϋπόθεση ότι η μηνιαία δόση δεν πρέπει «σε καμία περίπτωση», όπως αναγράφεται, να υπερβαίνει το 30% του οικογενειακού φορολογητέου εισοδήματος, κάτι που αποτελεί και πρωθυπουργική δέσμευση κατά την προεκλογική περίοδο. Αυτό όμως αποτελεί κόκκινο πανί για τις τράπεζες, οι οποίες δεν το συζητούν επ' ουδενί και τονίζουν ότι δεν μπορεί να ισχύει οριζόντια ρύθμιση, αλλά μόνο για ορισμένες ευπαθείς οικονομικές ομάδες. Το δεύτερο μπρα ντε φερ αφορά τη ρύθμιση των καταναλωτικών δανείων. Έως σήμερα η τραπεζική πλευρά προσερχόταν στις συζητήσεις με θέμα μόνο τη ρύθμιση των στεγαστικών. Η πρόταση όμως του υπουργείου Ανάπτυξης είναι ολοκληρωμένη και αφορά και την καταναλωτική πίστη (δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις και πιστωτικές κάρτες), ενώ είναι ελκυστική και ως προς το επιτόκιο που προβλέπει. Αντίθετα, σύγκλιση υπάρχει για τις 11 αλλαγές που προβλέπει η πρόταση της κυβέρνησης όσον αφορά την «επικαιροποίηση και τον εξορθολογισμό του ν. 3869/2010», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά. Πρόκειται για τον νόμο Κατσέλη για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά που δηλώνουν πτώχευση. Αυτές οι αλλαγές δεν προκαλούν κόστος για τις τράπεζες καθώς είναι αδύνατη η είσπραξη των συγκεκριμένων οφειλών. Ο εν λόγω νόμος, όμως, έχει μια σειρά αγκυλώσεις, οι οποίες προκαλούν βραχυκύκλωμα στη σωστή εφαρμογή του.