ΠΑΝΩ ΑΠΟ το 15% των δανείων που θα έχουν διατεθεί από τις τράπεζες δεν θα εξυπηρετείται το 2012. Ισως είναι το καλό σενάριο, καθώς προϋποθέτει ότι η ελληνική οικονομία θα έχει αρχίσει να ανακάμπτει μέχρι τότε. Αναλυτές και τραπεζίτες προχωρούν σε συνεχή μετάθεση προς τα πίσω της χρονικής στιγμής που τα δάνεια σε καθυστέρηση θα φτάσουν στο απόγειό τους, γεγονός που με βάση τις εκτιμήσεις της αγοράς αντανακλά την αναθεώρηση προς το χειρότερο των προσδοκιών για ανάκαμψη της οικονομίας. Υπενθυμίζεται ότι οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις του 2009 ήθελαν η χρονιά της κορύφωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων να είναι το 2010 για να μετατεθεί κατόπιν πιο πίσω κατά ένα χρόνο, δηλαδή το 2011, και να φθάσει μέχρι και το 2012. Εκτιμάται ότι 10% και πλέον από τα 257 δισ. δανείων που έχουν δοθεί σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις δεν εξυπηρετούνταν στα τέλη του 2010, από 7,7% στα τέλη του 2009. Ομως όλοι παραδέχονται ότι το πραγματικό ποσοστό είναι ακόμη μεγαλύτερο και απλώς καλύπτεται από τις μαζικές ρυθμίσεις δανείων, ιδίως επιχειρηματικών, στις οποίες προχώρησαν οι τράπεζες την προηγούμενη χρονιά και σε μικρότερο βαθμό το 2009. Το ποσοστό των δανείων που δεν ξεπληρώνονται είναι μικρότερο στις τέσσερις μεγάλες τράπεζες σε σχέση με τον μέσο όρο του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, που περιλαμβάνει όλες. Αναλυτές εκτιμούν ότι το ποσοστό θα κυμανθεί μεταξύ 15% και 18% όταν φθάσει στο υψηλότερο σημείο, που τοποθετείται πλέον χρονικά σε κάποιο σημείο μέσα στο α' εξάμηνο του 2012 και υπό την προϋπόθεση ότι οι εκτιμήσεις για ρυθμό ανάπτυξης μεγαλύτερου του 1% την επόμενη χρονιά δεν θα διαψευσθούν. Αν επιβεβαιωθούν δάνεια ύψους 38,5 δισ. με 46,2 δισ. ευρώ, σε κάποιο σημείο την επόμενη χρονιά δεν θα αποπληρώνονται κανονικά. Ομως αυτές δεν είναι οι πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις. Υπάρχει μια μικρή μειοψηφία που ισχυρίζεται ότι το ποσοστό των καθυστερήσεων για πάνω από 90 μέρες στο σύνολο των δανείων θα φτάσει το 20% στο απόγειό του. Οι τελευταίοι παραπέμπουν στην εμπειρία χωρών, κυρίως αναδυόμενων, που είδαν το ανωτέρω ποσοστό να φθάνει σε δυσθεώρατα ύψη έπειτα από κρίση του δημοσίου χρέους ή του τραπεζικού τους συστήματος. Σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ που επικαλείται η Citi σε πρόσφατη έκθεσή της, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ως προς το σύνολο των δανείων ανήλθε στο 34% κατά μέσον όρο από τη δεκαετία του 1980 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ποσοστό έπιασε κορυφή στο 20% στην περίπτωση της Αργεντινής το 2001 και στο 28% περίπου στην Τουρκία το 2000. Από την άλλη πλευρά, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 13% περίπου στην περίπτωση της Φιλανδίας και της Σουηδίας το 1991, περιπτώσεις που ίσως είναι καλύτερο μέτρο σύγκρισης για την Ελλάδα. Εξυπακούεται ότι τα υψηλά ποσοστά δεν θεωρούνται καλός οιωνός για την κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών αφού πρέπει να λάβουν επιπρόσθετες προβλέψεις, πληγώνοντας τα κέρδη και τα ίδια κεφάλαιά τους. Σύμφωνα με αναλυτές, οι συσσωρευμένες προβλέψεις των τραπεζών αντιστοιχούσαν στο 43% περίπου των δανείων σε καθυστέρηση στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2010 και ήταν κοντά στο 49% για τις μεγάλες τράπεζες.
Πηγη : enet.gr