Στην αγορά επαγγελματικών ακινήτων (γραφεία, καταστήματα, βιομηχανικά κτίρια, αποθηκευτικοί χώροι κ.λπ.) τα τελευταία έτη καταγράφεται μειούμενη ζήτηση, με παράλληλη στροφή των επιχειρήσεων προς φθηνότερη επαγγελματική στέγη, αυξημένη προσφορά με πτωτική τάση των τιμών, στενότητα χρηματοδότησης και σχετική επιφυλακτικότητα ως προς την ανάπτυξη νέων επενδυτικών σχεδίων, αύξηση των κενών εμπορικών καταστημάτων και γραφείων, σημαντική υποχώρηση των ενοικίων και επαναδιαπραγμάτευση μισθωτηρίων συμβολαίων. Η εικόνα αυτή, όμως δεν αποτυπώνονται στις αντικειμενικές αξίες βάσει των οποίων φορολογούνται οι ιδιοκτήτες με αποτέλεσμα να υπάρχει περιβάλλον υπερβάλλουσας προσφοράς. Οι ακριβές τιμές στην Εφορία, την ίδια στιγμή που καταρρέουν οι εμπορικές αξίες, είναι ο βασικός λόγος της μαζικής πώλησης ακινήτων. Οι ιδιοκτήτες είναι «πλούσιοι» για την Εφορία, αλλά δεν μπορούν να εισπράξουν τα ποσά που οφείλουν να δηλώσουν. Αναγκάζονται, λοιπόν, να τα βγάλουν στο σφυρί προκειμένου να απαλλαγούν από τη φορολογική επιβάρυνση. Μάλιστα, η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών από τον Ιούνιο, αν δεν συνοδευτεί από γενναίες μειώσεις σε συγκεκριμένες περιοχές, τότε θα προκαλέσει ανεπανόρθωτο φορολογικό χτύπημα στην ακίνητη περιουσία.